Εβδομήντα
οχτώ χρόνια πέρασαν από τις 17 Ιούλη 1946 που οι Δημοκρατικοί Πολίτες
της ευρύτερης περιοχής των Γόννων, στα πλαίσια της
Αυτοάμυνας, έδωσαν ένα αποφασιστικό χτύπημα στο «νέο εθνικό
στρατό» του Σούρλα, που συγκροτήθηκε κάτω από την καθοδήγηση των ξένων (Άγγλων)
προστατών, από το αμάλγαμα των μεταξικών υπολειμμάτων, των βασιλικών στυλοβατών
και του κατοχικού δοσιλογικού συνονθυλεύματος.
Αλλά
ας αφήσουμε τον ίδιο τον Σούρλα να μας περιγράψει από ποιούς απαρτίζονταν το
«εκστρατευτικό» ένοπλο τμήμα που επιχείρησε, «πέραν του Πηνειού», για να την
αποκατάσταση της «τάξης»(!)
«Την 21-7-46 έστειλα
ένα τμήμα αποτελούμενον εξ 150 ανδρών υπό τας Δ/γάς του Οπλαρχηγού Κράβαρη
Δημήτρην και Καραγεώργον Κωνσταντίνον και ο Διοικητής αυτών ήτο ο Μοίραρχος της
Ασφαλείας Λαρίσης Χρήστου Χρήστος. Συνεκεντρώθησαν έξωθεν της Λαρίσης με
επικεφαλής τον Μοίραρχον, το τμήμα
μου ενίσχυσεν και εν τμήμα χωροφυλάκων υπό τον Ανθυπασπιστήν Λιάτσιον Βασίλειον».
Σ’
αυτές και μόνο της πέντε αράδες αποτυπώνεται με απόλυτη ακρίβεια και «αλαζονική
ειλικρίνεια», η ιστορική αδιάψευστη τεκμηρίωση της οικοδόμησης από τους
δοσίλογους, του νεοελληνικού μεταπολεμικού «κράτους» η συγκρότηση του νέου
«εθνικού στρατού».
Βασικοί πυλώνες αυτού του νέου «εθνικού» μορφώματος,
ήταν οι ΕΑΣΑΔίτες δοσίλογοι συνεργάτες των Γερμανών: Σούρλας, Σαμαλέκας, Κράβαρης,
Καραγιώργος, Καϊμάκης κ.ά. Από την άλλη το ξενόδουλο «κράτος»… με την αστυνομία
και την χωροφυλακή.
Το ιστορικό
Στις 16 Ιούλη πέρασαν το ποτάμι με το «Δερελιώτικο
καράβι» – όλη αυτή η συμμορία των σουρλικών και των χωροφυλάκων - και συνέχισαν για το Νεζερό (Καλλιπεύκη),
αφού πέρασαν από το Δερελί (Γόννους):
«…Ήρθαν οι Σούρληδες απ' τα Φάρσαλα. Παραστρατιωτική
οργάνωση. Πάνω από 120 άτομα ήρθαν εδώ. Λεηλάτησαν σπίτια αριστερών. Έμασαν
κάμποσα ζώα και τους κατόχους τους και δέρναν κιόλα. Εμένα με δείραν και το
Στέργιο Γ. Τσιούρβα, γιατί αργήσαμε να βγάλουμε τα ζώα. Ξεκίνησαν για το
Γκουνταμάνι. Όποιον βρίσκαν στο δρόμο τον δέρναν ανελεώς». Όταν πλησίασαν την Καλλιπεύκη, κύκλωσαν όλη την
περιοχή - είχε πολύ κόσμο στα χωράφια, αφού ήταν περίοδος θερισμού – και τους
μάζεψαν όλους στην πλατεία.
«Στην πλατεία – μας περιγράφει ο Στέργιος
Παπαϊωάννου - ξεχώρισαν 70 άτομα για «ανάκριση», απ’ αυτούς
μόνο πέντε δεν πειράχτηκαν. Ανάμεσά τους και ‘γω, επειδή είχα αδερφό κληρωτό
στον αστικό στρατό. Οι υπόλοιποι άνδρες και γυναίκες βασανίστηκαν και έφαγαν
τόσο ξύλο που, οι δικοί τους, τους πήραν στις κουβέρτες στο σπίτι».
«Κατά την επιστροφή τους –μας αφηγείται ο
Παπα-Λευτέρης Παπαϊωάννου - οι ληστοσυμμορίτες ακολουθώντας την κορυφογραμμή
πάνω από την Καλλιπεύκη, όποιον έβρισκαν είχε παρόμοια ή και χειρότερη τύχη.
Στη θέση Αη Γιώργη στη Ραψανόστρατα συνάντησαν άλλα τρία παιδιά από την Καρυά,
τα δυο αδέρφια Γιώργο και Σπύρο Σακοράφα που θέριζαν ένα χωράφι και τον Χρήστο
Μποκουριώτη που έβοσκε παραδίπλα τα γίδια. Αφού τους χτύπησαν μέχρι θανάτου, ο Σπύρος
Σακοράφας επέζησε επειδή νόμιζαν πως είναι νεκρός, ενώ οι άλλοι δυο πέθαναν επί
τόπου».
Ολοκληρώνοντας την «εθνική» τους αποστολή –
δολοφονίες, ξυλοδαρμούς και πλιάτσικο - έφυγαν βιαστικά, φοβούμενοι να
διανυκτερεύσουν στην Καλλιπεύκη, αφού πρώτα υπέταξαν για την μεταφορά των
κλοπιμαίων αρκετά ζώα.
«Κατεβαίνοντας στο δρόμο, κοντά στη «βρύση του Λάζαρου»,
βρήκαν το Γοννιώτη Μιχάλη Κ. Σίμο που πήγαινε στα πρόβατα. Τον έδειραν τόσο που
νόμιζαν πως πέθανε και έτσι γλύτωσε την χαριστική βολή». Τέλος έφτασαν στους Γόννους όπου διανυκτέρευσαν.
Την άλλη μέρα πρωί πρωί 17 Ιούλη 1946 σηκώθηκαν να
φύγουν, όσο πιο γρήγορα μπορούσαν, αφού πρώτα κι από δω επιτάχθηκαν ζώα και
κάρα για την μεταφορά του πλιάτσικου. Η «προφυλακή» που προηγήθηκε της όλης
φάλαγγας έφτασε στο ποτάμι, επιβιβάστηκε στο «καράβι» και ξεκίνησε για να βγει
απέναντι. Φτάνοντας στη μέση του ποταμού άρχισε να τους θερίζει το οπλοπολυβόλο
που χειρίζονταν ο «Περινόσπορος», δίνοντας αποφασιστικό χτύπημα στους Σουρλικούς
«εισβολείς», σε απάντηση των εγκλημάτων που είχαν κάνει μέχρι τότε σε βάρος των
αγωνιστών της αντίστασης και αθώων
πολιτών.
Όταν
το αντιλήφθηκαν αυτό οι υπόλοιποι Σουρλικοί και χωροφύλακες γύρισαν προς τους
Γόννους. Η Αυτοάμυνα τους χτύπησε τότε από παντού.
Ένα τμήμα είχε παραμείνει στο σχολείο, που
χρησιμοποιούνταν από την χωροφυλακή και τον στρατό για στρατωνισμό και όσοι
κατάφεραν να γυρίσουν εκεί, δέχτηκαν σφοδρή επίθεση από τους πρώην
εφεδροελασίτες.
Κατά την διάρκεια της μάχης σκοτώθηκε, πολεμώντας
όρθιος στο ντουβαράκι της περίφραξης του σχολείου, ο Γοννιώτης - ΕΠΟΝίτης
Γιάννης Δεδικούσης. Εκείνες τις μέρες βρέθηκε με άδεια στο χωριό, ενώ ήταν
φαντάρος και θεώρησε αυτονόητο να συμμετέχει στην σύγκρουση με τους χωριανούς συντρόφους
του.
Μέσα απ’ όλη αυτή τη σύγκρουση οι Σουρλικοί έπαθαν
πανωλεθρία. Σώθηκαν μόνο όσοι διέφυγαν
στην δυτική κατεύθυνση (προς την Ροδιά), που έμεινε κενή από την περικύκλωση,
με την βοήθεια ενός αγροφύλακα. Όπως το βεβαιώνουν οι μαρτυρίες των παρόντων
στη μάχη, δεν θα γλύτωνε κανείς «σουρλικός», αν υπήρχε καλύτερος συντονισμός.
Αυτό συνέβηκε, επειδή στην πλευρά αυτή λημέριαζε η
ομάδα των καταδιωκόμενων δημοκρατικών πολιτών της περιοχής που ήδη είχαν βγει «στο
βουνό» και φυλάγονταν από τις διώξεις του μεταδεκεμβριανού κράτους και
παρακράτους. Αυτή η ομάδα ήταν εμπειροπόλεμη, η καλύτερα οπλισμένη και η πιο οργανωμένη.
Όταν όμως ειδοποιήθηκε πως οι
«σουρλικοί» πάνε στην Καλλιπεύκη για «πογκρόμ» τους ακολούθησαν με σκοπό να
τους χτυπήσουν. Έτσι η πλευρά η δυτική παρέμεινε κενή, απουσιάζοντας από
το «πόστο» του το πιο εμπειροπόλεμο τμήμα κατά τις κρίσιμες ώρες της μάχης.
Από τους πάνω
από 150 ληστοσυμμορίτες, η απώλεια ήταν πολύ μεγάλη. Σκοτώθηκαν 42, όπως λέει ο ίδιος ο Σούρλας, χώρια οι τραυματίες, ενώ οι Γοννιώτες δίνουν 60 – 80 και κάποιοι πολύ περισσότερους,
αφού για μέρες έβρισκαν σκοτωμένους στα χωράφια τους. Το ΙΙΙο Γραφείο του
Αρχηγείου Θεσσαλίας του Δημοκρατικού Στρατού Ελλαδας, στο Δελτίο Επιχειρησεων
αναφέρει: Στις 17-7-46 δύναμη 150
Σούρληδων συνεπλάκη στο καράβι Μπαξιλάρκαι Καρακόπετρας με ομάδες μας των Αρχηγείων Ολύμπου
και Κισσάβου συνεργαζόμενες με αυτοάμυνες των χωριών Μακρυχώρι και Μπαξιλάρ.
Διάρκεια μάχης 5 ώρες. Απώλειες εχθρού 74
νεκροί. Απώλειές μας 2 νεκροί και 2 τραυματίες. Λάφυρα 1 πολυβόλο μπρέντα,
1 τόμσον, όλα σχεδόν τα ατομικά τους όπλα με τα πυρομαχικά τους.
Οι σουρλικοί είχαν και σε στελέχη σημαντική απώλεια,
με μεγαλύτερη αυτή του βασανιστή, βιαστή και
αρχιδολοφόνου Χρ. Σαμαλέκα που ήταν γνωστός στην ευρύτερη περιοχή από τα
Φάρσαλα ως την Λάρισα επειδή σκόρπιζε τον θάνατο και τον τρόμο στους
δημοκρατικούς κατοίκους, έχοντας στο ενεργητικό του πολλές δολοφονίες, με πιο
γνωστή εκείνη του αντιστασιακού Γρηγόρη Χαρισούλη από τη Νίκαια.
Επίσης ο Ντίνος Καϊμάκης, δωσίλογος και μέλος της
φασιστικής οργάνωσης Ε.Ε.Ε., που για να σωθεί από το μένος των κατοίκων, ντύθηκε
με γυναικεία ρούχα, χωρίς τελικά να καταφέρει να διαφύγει ...
Τις επόμενες μέρες η «ανθρωπιστική» στάση του Σούρλα
φάνηκε, με τις δολοφονίες και τους ξυλοδαρμούς μέχρι θανάτου, κατά των αθώων
πολιτών που θέριζαν και αλώνιζαν στο Μακρυχώρι και στην ευρύτερη περιοχή.
Τέλος, η συντριβή της ληστοσυμμορίας του Σούρλα είχε
τέτοιον αντίκτυπο, που αναπτέρωσε το ηθικό των δημοκρατικών πολιτών και η
συμμορία του δεν τόλμησε ξανά να περάσει ποτέ το ποτάμι!
Εντύπωση κάνει πως ο τοπικός τύπος των
ημερών εκείνων δεν αναφέρει τίποτα, ενώ θεωρήθηκε από τους πολίτες, αλλά και
από ιστορικούς, μία από τις σοβαρότερες συγκρούσεις λόγω των μεγάλων απωλειών, των
συνεπειών που ακολούθησαν, αλλά και στα
σημειολογικά εκείνα γεγονότα που όριζαν την έναρξη του εμφυλίου 1946-49.
Αλλά κι αυτά τα λίγα που γράφουν είναι
διαστρεβλωμένα που προφανώς υπακούουν σε κάποιες «εντολές». Από τα παρακάτω
δημοσιεύματα μπορεί να βγάλει ο καθένας τα συμπεράσματά του.
Η είδηση στο σύνολό της αποκρύφτηκε από
το υπουργείο Δημόσιας Τάξης που δημιούργησε πολλά ερωτηματικά με το «τι ήθελαν να αποκρύψουν»;
Το ερώτημα αυτό γεννήθηκε και στους
δημοσιογράφους του Αθηναϊκού τύπου που αναφέρουν πως «ουδεμία σχετική ανακοίνωσις έγινεν εκ μέρους του υπουργείου Δημοσίας
Τάξεως» και πως «εις επανειλημμένας ενοχλήσεις των δημοσιογράφων η αρμοδία
υπηρεσία του υπουργείου τούτου εδήλωσεν ότι είνε πράγματι απορίας άξιον πως δεν
υπάρχουν παρόμοιαι επίσημαι πληροφορίαι. Πιθανόν, εάν πράγματι διεξήχθη τοιαύτης εκτάσεως μάχη ο οικείος διοικητής
Χωροφυλακής να μη κατώρθωσεν ακόμη, διά τεχνικούς λόγους, να τηλεγραφήση εις το
υπουργείον.» (!!!) Δηλαδή απορούσε και η ίδια η
υπηρεσία; Πόσο ψέμα και πόση διαστρέβλωση; Αφού την ίδια ώρα που έλεγε «πως δεν υπάρχουν παρόμοιαι επίσημαι
πληροφορίαι» έδινε για ενημέρωση το παρακάτω κείμενο στον τύπο:
«Την 13ην ώραν χθες 80μελής κομμουνιστική
συμμορία ενεδρεύουσα εις επικαίρους θέσεις παρά την γέφυραν Γώνων έβαλε διά
παντοίων πυροβόλων μέσων κατά διερχομένων μικτών τμημάτων χωροφυλακής και
στρατού. Κατά την επακολουθήσασαν μάχην, διαρκέσασαν επί 4ωρον, εφονεύθησαν 4
οδηγοί ημετέρων τμημάτων και ετραυματίσθησαν ισάριθμοι, διασωθέντες. Ετέρα
συμμορία κατά τον αυτόν χρόνον, επετέθη κατά του σιδηροδρομικού σταθμού Γώνων
εμπρήσασα το οίκημα του σταθμού. Άνδρες μετά πάντων ειδών διεσώθησαν. Έτερα
τμήματα ετέθησαν εις καταδίωξιν των συμμοριτών».
Η απάντηση βέβαια βρίσκεται στο μέγεθος των
απωλειών των σουρλικών και της χωροφυλακής, ώστε να μη φανεί η αδυναμία του
«κράτους» και να μη δημιουργεί ηττοπαθή κλίμα. Από την άλλη έπρεπε να κρυφτεί
–κάπως- και να μη δημοσιοποιηθεί η συνεργασία του μικτού ένοπλου τμήματος
«κράτους (χωροφυλακής) και παρακράτους (ληστοσυμμορίας Σούρλα)» και μάλιστα ενώ
ήταν επικηρυγμένος ο Σούρλας από το ίδιο το αστικό κράτος.
Το «καράβι» από τότε έχει αποτυπωθεί
στην συλλογική μνήμη των ντόπιων και όχι μόνο, σαν σύμβουλο αντίστασης, μνημείο
αξιοπρέπειας και βάθρο έμπνευσης νέων εξορμήσεων για το μέλλον….
Ι. Γιαννάκενα,
«Γρηγόρης Σούρλας…», εκδ. Πελασγός, Αθήνα 2016, σ.217.