Παρασκευή 27 Μαΐου 2016

Η πρώτη αντάρτικη ομάδα του ΕΛΑΣ στην Ελλάδα. Βγήκε στην περιοχή των Γόννων και ορκίστηκε στην Καρακόπετρα στις 2 Μάη 1942 .







Βγήκε στην περιοχή των Γόννων και ορκίστηκε στην Καρακόπετρα στις 2 Μάη 1942[1].

Αν θέλουμε την ιστορία να την μελετάμε και να την αντιμετωπίζουμε σαν επιστήμη, όπως και είναι, τότε θα πρέπει να την προσεγγίζουμε με στοιχεία από τις πηγές και όχι με μυθοπλασίες – που πολλές φορές χρειάζονται για την σκοπιμότητα – αλλά τότε παύουν να είναι Ιστορία.
Αυτό συνέβηκε και με το τμήμα της ιστορίας, που αναφέρεται στην δημιουργία – συγκρότηση, της πρώτης αντάρτικης ομάδας του ΕΛΑΣ στην Ελλάδα.
Πριν απ’ τον ΕΛΑΣ, από πολύ νωρίς, έγιναν οι πρώτες προσπάθειες για την οργάνωση αντάρτικου κινή­ματος.
Στα τέλη του Ιούνη 1941 το Γραφείο Περιοχής Μακεδονίας-Θράκης του ΚΚΕ, σε σύσκεψη στελεχών, αποφάσισε την οργάνωση ανταρτοομάδων. Έτσι, τον Ιούλη-Αύγουστο συ­γκροτήθηκε στην επαρχία Νιγρίτας η ανταρτοομάδα «Οδυσσέας Ανδρούτσος», με επικεφαλής τον Θανάση Γκένιο (Λασσάνη) και λίγο αργότερα στην επαρχία του Κιλκίς η ανταρ­τοομάδα «Αθανάσιος Διάκος», με επικεφαλής τον Χρήστο Μόσχο (καπετάν Πέτρο). Οι ανταρτοομάδες αυτές είναι οι πρώτες που εμφανίστηκαν στην Ελλάδα την περίοδο της κατοχής.

Στη Θεσσαλία …

Στον Αλμυρό, καλούνται στα γραφεία των ιταλικών αρχών μερικοί αριστεροί. Α­πό φόβο μήπως συλληφθούν καταφεύγουν στο γειτονικό βουνό, την Όθρυ, και συγκρο­τούνται σε ομάδα καταδιωκομένων, με αρχηγό τον Μήτσιο Τσαρδάκα, παλιό στέλε­χος του ΚΚΕ, με κοινωνική προβολή και δράση. Είχε εκλεγεί αρκετές φορές κοινο­τικός σύμβουλος, πρώτος μάλιστα πλειοψηφών.
Η ομάδα του Αλμυρού ακολούθησε δικό της δρόμο. Οπλίσθηκε και ενεργεί αντάρτικα. Στήνει λημέρι στην Όθρυ. Βγάζει πολυγραφημένη εφημεριδούλα, την «Λευτεριά"[2].
Και τότε οι Ιταλοί προχωρούν σε αντίποινα. Πιάνουν τον εικοσάχρονο γιο του Τσαρδάκα, τον Λένιν, και τον βασανίζουν να αποκαλύψει πού κρύβεται ο πατέρας του. Ο Λένιν δεν αποκαλύπτει. Και οι Ιταλοί ειδοποιούν: Αν δεν παρουσιαστεί σε τρεις μέρες ο πατέρας, θα εκτελεστεί ο γιος.


Οι αγωνιστές Μήτσος Tσιάρδακας από τον Αλμυρό και Νίκος Σίμος από τη Ρετσιάνη(Μεταξοχώρι) εξόριστοι στη Φολέγανδρο 1937
Ο πατέρας θυσίασε τον γιο. Δεν παραδόθηκε. Αυτό απαιτούσε ο αγώνας. Οι Ιταλοί εκτέλεσαν τον Λένιν Τσαρδάκα. Σε λίγες μέρες οι Ιταλοί συλλαμβάνουν οικογένειες ανταρτών. Ο διοικητής καραμπινιερίας Αλμυρού καλεί τους κατοίκους σε συγκέντρωση στην πλατεία και, μιλώντας από μπαλκόνι, τους λέει: - Αν οι αντάρτες παραδοθούν, θα αφεθούν ελεύθεροι αυτοί και οι οικογένειές τους.
Οι πρώιμοι εκείνοι αντάρτες, σε απάντηση έδωσαν στην ομάδα τους το όνομα "Λένιν".
Οι αντιστασιακές οργανώσεις στα χωριά είναι υποτυπώδεις. Και αδυνατούν να βοηθήσουν όσο χρειάζεται. Οι Ιταλοί με τους λεγεωνάριους ελέγχουν την περιοχή συστηματικότερα, παράλληλα πρότειναν και αμνηστία. Οι διατροφές ανάγκες είναι ελλιπείς για τη συντήρηση της ομάδας. Οι κινήσεις τους στο βουνό μέρα με τη μέρα όλο και γίνονται δυσκολότερες, γρήγορα βρέθηκαν σε δίλημμα.
Μπροστά σ’ αυτό το αδιέξοδο, οι περισσότεροι αντάρτες σε συνέλευσή τους, αποφάσισαν να δεχτούν την αμνηστία των Ιταλών και να παραδοθούν
Μερικοί αρνήθηκαν και παρέμειναν στο βουνό. Έτσι, η πρώτη εκείνη ανταρτοομάδα, κυνηγη­μένη και νηστική, δίχως οργανωμένο στήριγμα στον λαό, διαλύθηκε.
Οι Ιταλοί δεν τήρησαν την υπόσχεσή τους και από τους 45 περίπου αντάρτες που παραδόθηκαν, εκτέλεσαν τους 32 στον Αλμυρό, στην Χαλκίδα και σε άλλες πόλεις.

Καταδιωκόμενοι αυξάνονται

Στην Καλαμπάκα, αστυνομικός ειδοποίησε ότι οι Ιταλοί πήραν κατάλογο αριστερών και πρόκειται να ενεργήσουν συλλήψεις. Ενημερώνεται η τοπι­κή οργάνωση και αποφασίζεται να ανεβούν στον γειτονικό Κόζιακα έξι-ε­πτά αριστεροί, οι γνωστότεροι και. συγκροτούν ομάδα καταδιωκομένων.
 Για να αποφύγουν την σύλληψή τους, αριστεροί των Γρεβενών συγκρότησαν στα Χάσια ομάδα, με επικεφαλής τον Τηλέμαχο Ευθυμιάδη.
Στην Τσαριτσάνη, ειδοποιούνται οι αριστεροί από τον ενωμοτάρχη της Ελασσόνας Μητάκο[3] ότι οι Ιταλοί θα τους συλλάβουν. Έδωσε μάλιστα και αρκετά ονόματα προγραμμένων. Αυτοί και άλλοι αριστεροί αρχίζουν να περιφέρονται προφυλαχτικά στο χωριό, στους πρόποδες του Ολυμπου. Σε σύσκεψή τους, στον μύλο του Φίλιππα Αβρανά, με τον Γιώργο Κουτσομάρκο, συγκρότησαν ομάδα καταδιωκομένων, με επι­κεφαλής τον Νίκο Ξυνό και μέλη τούς: Λευτέρη Παπαστεργίου, Μήτσιο Πάπα, Α­ποστόλη Βίτκο, Ξενοφώντα Παπανικολάου, Κώστα Σπ. Κηπουρό, Λάζαρο Καλα­ποδά, Αντώνη Καραμήτσιο, Αντώνη Ματούλα, Βασίλη Μισύρα, Θανάση Σερδένη, Χρίστο Τσομπανάκη και άλλους..
Α­πό τον Τύρναβο, άλλοι αριστεροί άρχισαν να τριγυρίζουν σε χωράφια και στις πλαγιές του Ολύμπου, για να μην συλληφθούν.
Κάτι παρόμοιο συνέβη και σε άλλες περιοχές και βγήκαν σε όλα σχεδόν τα ελληνικά βουνά άοπλες ομάδες καταδιωκομένων αρι­στερών.
Ειδικά, μετά την επέμβαση των Γερμανών στη Σοβιετική Ένωση, με προσωπική διαταγή του Χίτλερ[4] δόθηκε η εντολή στις κατεχόμενες χώρες να παραδώσουν τις καταστάσεις των κομμουνιστών στις δυνάμεις κατοχής για να πάρουν τα «κατάλληλα» μέτρα. Την εντολή αυτή που «διέρρευσε», κλήθηκε σ’ όλη την Ελλάδα να την υλοποιήσει η αστυνομία. Ο κίνδυνος συλλήψεων, υπήρξε η πρώτη αφορμή για να εμφανιστούν οι καταδιωκόμενοι που αποτέλεσαν την μαγιά του Λαϊκού Στρατού.

Από προπολεμικά στη ΒΑ Θεσσαλία είχε 
αναπτυχθεί το κοινωνικό κίνημα

Στους Γόννους (Δερελί) της Λάρισας και από γειτονικά χωριά συγκροτήθηκε ομάδα καταδιωκομένων στον Κάτω Όλυμπο, με αρχηγό τον Μήτσο Ασπροπούλιο ή Παππού[5]. Όλοι αυτοί, απέφευγαν να κοιμηθούν τα βράδια στα σπίτια τους ενώ την μέρα εργάζονταν με προφυλάξεις στα χωράφια. Η περιοχή είχε αναπτύξει και προπολεμικά σημαντικό προοδευτικό κίνημα, παρά τα χτυπήματα που δέχτηκε στην περίοδο της διχτατορίας του Μεταξά, έχοντας και αρκετούς εξόριστους[6]. Με την ίδρυση του ΕΑΜ, στους Γόννους αλλά και στη ευρύτερη περιοχή, αναπτύχθηκαν ισχυρές εθνικοαπελευθερωτικές οργανώσεις.
Από τον καλοκαίρι του '41 οι εξόριστοι και φυλακισμένοι κομμουνιστές που μπόρεσαν να αποδράσουν από τα κάτεργα, μετά την κατάληψη από τους Γερμανούς της Ελλάδας, γύρισαν στη Λάρισα και συγκρότησαν την Περιφερειακή Επιτροπή. Ένας από τους πρώτους στόχους τους ήταν η έκδοση μιας εφημερίδας που θα εμψύχωνε τους κατοίκους και θα αποτελούσε τον συλλογικό καθοδηγητή και αγκιτάτορα. Έτσι έψαχναν τρόπο και τόπο για την λειτουργία και την εγκατάσταση παράνομου τυπογραφείου.
Από εκείνη την δύσκολη θέση τους έβγαλε ο Γιώργος Δίδυμος, από την Ραψάνη. Φοιτητής νομικής εργαζόταν ως τυπογράφος και με την ιδιότητα αυτή απασχολούνταν στην διάρκεια της δικτατορίας Μεταξά, στην μυστική έκδοση του «Ριζοσπάστη». Η Ασφάλεια ανακάλυψε το τυπογραφείο του «Ριζοσπάστη» και μαζί με τους άλλους συνέλαβε και εξόρισε και τον Δίδυμο στην Φολέγανδρο, από όπου δραπέτευσε το 1941.
 Ο Δίδυμος πρότεινε στο ΚΚΕ και αυτό συμφώνησε, να συγκροτήσει ένα κι­νητό τυπογραφείο στο Δερελί (Γόννους). Οι βιβλιοπώλες αδελφοί Κώστας και Στέφανος Τουφεξής, παλιοί αριστεροί που διατηρούσαν και τυπογραφείο, πρόσφεραν στον Δίδυμο τυπογραφικό υλικό. Το συσκεύασε κατάλληλα σε κάσες, τις φόρτωσε σε γαϊδου­ράκι και μέσα από τα μπλόκα, με τον καλλιτέχνη τυπογράφο Γιώργο Καϊάφα έστησαν το τυπογραφείο πρώτα μέσα στο χωριό και στο σπίτι του Τάσου Κυλινδρή[7] και μετά μεταφέρθηκε στο πιο απίθανο μέρος για την εφεύρεση του Γουτεμβέργιου: σε μαντρί νομάδων, στους πρόποδες του Κάτω Ολύμπου, κοντά στους Γόννους: «Και έβγαλαν την εφημερίδα «Φωνή τον Λαού», όργανο της Επιτροπής Λάρισας του ΚΚΕ.

Τάσος Κυλινδρής θυμάτε πολύγραφο.

«Για να μη δίνει στόχο το τυπογραφείο μετακινήθηκε σε άλλο μαντρί, κατόπιν σε άλλο, σαν νομάδας κτηνοτρόφος και σαν έμπορος γυρολόγος». Η τελευταία εγκατάσταση ήταν η «Καλύβα του Μόκκα» που προδόθηκε από έναν αγροφύλακα στους Ιταλούς. Αυτοί οργάνω­σαν ολόκληρη εκστρατεία, αλλά ευτυχώς οι τυπογράφοι τους αντιλήφθηκαν και πρόφτασαν να αχρηστεύσουν το τυπογραφείο, να πετάξουν στα πουρνάρια τα στοιχεία και να διαφύγουν. Το όνομα της εφημερίδας ξεχάστηκε και στην επανέκδοση πήρε την ονομασία σε «Λαϊκή Φωνή»». Άλλες μαρτυρίες[8] θυμούνται και αναφέρουν κατηγορηματικά, πως τότε λειτούργησε στο χωριό και πολύγραφος στο οποίο τυπώνονταν το «Δελτίο Ειδήσεων», από ειδήσεις που αλίευαν από τις εκπομπές του παράνομου ραδιόφωνου που είχε στην κατοχή του ο εκδοτικός μηχανισμός, με πληροφορίες για την έκβαση στα μέτωπα του πολέμου. Αυτά γίνονταν από φθινόπωρο του 1941 μέχρι Μάρτη του 1942.
Μετά από αυτή τη παρέμβαση των Ιταλών άρχισαν νέες διώξεις σε ανθρώπους που εμπλέκονταν στον ένα ή τον άλλο βαθμό με τον παράνομο μηχανισμό  και έτσι βγήκαν και κρύβονταν και άλλοι καταδιωκόμενοι.
Παράλληλα προχωρούσε και η ανασυγκρότηση των οργανώσεων του ΕΑΜ αποκτώντας οι καταδιωκόμενοι ένα πλατύ δίκτυο πληροφοριών, προστασίας και τροφοδοσίας.
- Ακόμα θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε πως όποια ομάδα κι αν βγήκε πρώτη ή δεύτερη έχει δευτερεύουσα σημασία γιατί και οι δυο πρώτες ομάδες στην περιοχή ΒΑ Θεσσα­λίας εμφανίστηκαν την άνοιξη του 1942, σε μικρή σχετικά χρονική απόσταση μεταξύ τους και τρίτη ήταν αυτή της Ρούμελης με τον Βελουχιώτη.
Και οι δυο ομάδες του Ολύμπου ανέβηκαν στο βουνό, έτσι κι αλλιώς, ύστερα από εντολή στις Κ.Ο. Θεσ­σαλίας του ΚΚΕ και του καθοδηγητή της Κώστα Γαμβέτα, δοκιμασμένο αγωνιστή, άνθρωπο με ουσιαστικές οργανωτικές δυνατότητες, οξυδερκή και με εύστοχες επιλογές.
Η πρωτιά εκτός απ’ τον «τιμητικό ηθικό τίτλο» έχει και είχε μια ιδιαίτερη συναισθηματική σημασία για όσους την βίωσαν και η μη αναφορά της βγάζει σ’ αυτούς και στους απογόνους τους μια πίκρα.
 Την πίκρα αυτή διατύπωσε σε μια συνέντευξη ο μοναδικός επιζών σήμερα[9] από στις πρώτους αντάρτες, ο Δημήτρης Κορδέλας, αλλά και άλλοι πρωτοπόροι αντάρτες από την Ομάδα του Κάτω Ολύμπου. Ο Ζήσης Ζιώκας μάλιστα έγραψε στο περιοδικό «Εθνική Αντίστασή»[10], εκφράζοντας δημόσια αυτό το παράπονο, για το μνημείο στο Μπεχτέσι. Το μνημείο στήθηκε για να τιμήσει και να θυμίζει την πρώτη συνάντηση (συνδιάσκεψη) των πρώτων ανταρτών του Κάτω Ολύμπου. Στα ονόματα που αναγράφονταν στο μνημείο ήταν μόνο της ομάδας της «Τσαριτσάνης», χωρίς να συμπεριλαμβάνονται αυτά της ομάδας των «Γόννων», που συγκροτήθηκε πρώτη στην «Καρακόπετρα». Αργότερα προστέθηκαν και τα ονόματα της πρώτης ομάδας αποκαθιστώντας την ισορροπία. 

ΟΙ ΣΤΡΕΒΛΩΣΕΙΣ
για την πρωτιά του Άρη Βελουχιώτη

Η «στρέβλωση» αυτού του ιστορικού γεγονότος εμφανίζεται και σέρνεται με μια επιφανειακή «αφέλεια», ενώ και κάποιοι - πιο ενθουσιώδεις - το διατυπώνουν «φωναχτά», πως η πρώτη αντάρτικη ομάδα του ΕΛΑΣ είναι η ομάδα της Ρούμελης που την συγκρότησε ο Άρης Βελουχιώτης.
Ο Άρης Βελουχιώτης δεν ήταν ο πρώτος αντάρτης του ΕΛΑΣ στην Ελλάδα.
Ήταν πολλά άλλα. Πολυτιμότατος, ίσως και ο πολυτιμότερος για κάποιους, αλλά σίγουρα δεν ήταν ο πρώτος.
Αναδείχτηκε σε πρωτοκαπετάνιο λόγω στις θέσης του στην πρώτη βαθμίδα του καπετάνιου στις τριπλής ανώτερης διοίκησης του Γενικού Στρατηγείου του ΕΛΑΣ (Στρατιωτικός Διοικητής, Καπετάνιος και Πολιτικός) και όχι λόγω στις συγκρότησης στις πρώτης αντάρτικης ομάδας του ΕΛΑΣ.
Υπερθεματίζοντας ως προς την πρωτοπόρα δράση του, πολλοί πλειοδοτούν σε υπερβολές και ανακρίβειες, οι περισσότεροι με καλοπροαίρετη διάθεση για να του αποδοθεί «υπεραξία». Πιστεύω ακράδαντα πως αυτού του είδους την «υπεραξία» ο Άρης δεν την χρειάζεται και μάλλον τον αποδομεί. Γι’ αυτό χρειάζεται με πολύ προσοχή η προσέγγιση στα ιστορικά ζητήματα, αν δεν θέλουμε να αλλοιώνουμε την πραγματικότητα.
Τέτοια παραδείγματα συναντάμε στην βιβλιογραφία που θα αναφερθούμε. Σ’ αυτά δεν αποδίδεται κανείς δόλος σε καμιά περίπτωση, γιατί περισσότερο φαίνεται πως ξεκινάει από την διάθεση υπεραπόδοσης τιμής. Ο Άρης δεν έχει ανάγκη από «φανφάρες» και «θυμιατίσματα», γιατί το έργο του, οι απόψεις και οι δράσεις του, ξεπερνάν τον μύθο επειδή άγγιξε την ψυχή του λαού και γι’ αυτό θρονιάστηκε βαθιά μέσα του …  
Παράδειγμα διαβάζουμε στο βιβλίο του Γιώργος Κοτζιούλας «Όταν ήμουν με τον Άρη», τα εξής:
«Το όνομα του Άρη το πρωτακούσαμε Πρωτοχρονιά του ’42. Τότε βγήκε η πρώτη αντάρτικη ομάδα της περιοχής μας(!), οι πρώτοι ελασίτες με τον καπετάν Τζαβέλα». Ο ίδιος ο γιός του (Κώστας Κοτζιούλας) κάνει την διόρθωση στη νέα έκδοση του βιβλίου, που μου την έστειλε πρόσφατα. Σ’ αυτήν γράφει πως είναι «προφανής παραδρομή, εκ μέρους του Κοτζιούλα. Όπως είναι γνωστό, ο Άρης ανέβηκε στο βουνό τον Μάη του 1942[11]». Η 1η έκδοση ήταν το 1965.
Ο Δ. Χαριτόπουλος από την άλλη κάνει άλμα μεταφυσικό:
 «Το 1941 όταν η Ελλάδα βρέθηκε υπό τριπλή ξένη κατοχή, ο Βελουχιώτης συνέλαβε αμέσως την ιδέα στις ένοπλης Αντίστασης στα βουνά και σε ρόλο μεγάλου εθνεγέρτη ξεκίνησε το αντάρτικο δημιουργώντας τον ΕΛΑΣ, τον μεγαλύτερο εθελοντικό στρατό στις ελληνικής ιστορίας». Σ’ αυτό το ανεδαφικό επιχείρημα απάντησαν πολλοί σύντροφοι του Άρη και ιστορικοί ερευνητές.

Πότε βγήκε η πρώτη ομάδα στις Ρούμελης;

Στο πολύτομο έργο «1940-1945 ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ», έγραψε επιτελείο συντακτών και συνεργατών, αντιστασιακών συγγραφέων, δημοσιογράφων και ερευνητών με την οργάνωση, συντονισμό και διεύθυνση του Βάσω Γεωργίου[12],
Σ’ αυτό αναφέρεται ότι στις 22 Μάη αντάμωσαν ο Άρης και άλλοι τέσσερεις και η συγκρότησή της ομάδας έγινε στις 25 Μάη.
Η άλλη Ομάδα της Ρούμελης, όπως γράφει ο Γιώργος Χουλιάρας – Περικλής[13], «ήμασταν διατιθεμένοι ν’ αρχίσουμε το αντάρτικο, και ενώ, φτάσαμε στα τέλη Ιούνη του 1942 εγώ, ο Διένης κι ο Κρεμμύδας και τρείς ληστοφυγόδικοι – ίσον έξι … δεν αποφασίζω να ξεκινήσω …»
Αλλά και ο ίδιος ο Άρης σε έκθεσή του αναφέρει πως η ομάδα του συγκροτήθηκε στις το τέλος Μάη. Αυτό άλλωστε είναι γνωστό σε όλους.
 Εκείνο που είναι πολύ λιγότερο γνωστό είναι πως η πρώτη αντάρτικη ομάδα του ΕΛΑΣ ορκίστηκε στη Καρακόπετρα (Έρημον Όρος ή Μαυρόλιθος) στις αρχές του Μάη 1942.

Η πρώτη αντάρτικη ομάδα του ΕΛΑΣ στην ΕΛΛΑΔΑ
 
Κώστας Γαμβέτας: Μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ. Μετέφερε την απόφαση της 8ης Ολομέλειας στη Θεσσαλία , αρχές Μάρτη, για το ξεκίνημα του ένοπλου αγώνα

Τον Φλεβάρη ορίζεται από την ΚΕ του ΚΚΕ υπεύθυνος για την συγκρότηση του ΚΚΕ της Θεσσαλίας και την μεταφορά και υλοποίηση των αποφάσεων της 8ης Ολομέλειας, ένας διορατικός, τολμηρός, διεισδυτικός και δοκιμασμένος αγωνιστής που απέδρασε από την Ακροναυπλιά, ο Κώστας Γαμβέτας με το ψευδώνυμο Ψηλός. Αφού έβαλε τις βάσεις για το ξεκίνημα και την ανάπτυξη του  αντάρτικου κινήματος στη Θεσσαλία και το δυνάμωμα του ΕΑΜ, στάλθηκε στην Πελοπόννησο να καθοδηγήσει τις αντίστοιχες οργανώσεις. Εκεί μετά από λίγο καιρό πιάστηκε και εκτελέστηκε από τους Γερμανούς, το πρωί της 23ης Φλεβάρη του 1944 ο Κώστας Γαμβέτας και άλλοι 29 αγωνιστές τουφεκίστηκαν στο προαύλιο των Στρατώνων, στην Πάτρα. Στη Θεσσαλία την θέση του επάξια κάλυψε ο χωριανός του, από την Λίμνη Ευβοίας, Κώστας Καραγιώργης.
Στον παράνομο μηχανισμό τις αποφάσεις εκλαϊκεύει ο Γαμβέτας και αποφασίζεται οι εφαρμογή τους με μικρά, συνετά αλλά αποφασιστικά βήματα. Η πρώτη ομάδα που επιλέχτηκε για τη συγκρότηση του ΕΛΑΣ, προέρχονταν από τους καταδιωκόμενους της περιοχής των Γόννων.

Οι πρώτοι πυρήνες του ΕΛΑΣ

Έτσι η τιμή του πρώτου ΕΛΑΣίτικου κινήματος ανήκει στις πρώτες ομάδες που βγήκαν τον Μάη του 1942 στον Όλυμπο. Ο πυρήνας που δημιουργήθηκε ο ΕΛΑΣ Θεσσαλίας, ήταν δύο ομάδες που πατριωτών, που ταυτόχρονα σχεδόν στον Άνω και Κάτω Όλυμπο, άφησαν τα χωριά τους και άρχισαν να ζουν στην ύπαιθρο. Ένα μήνα αργότερα βγήκε και η Τρίτη ομάδα στον Κίσσαβο. Και οι τρείς ομάδες βγήκαν στο βουνό κατόπιν εντολής των οργανώσεων της περιφέρειάς τους και του Θεσσαλικού γραφείου του ΕΑΜ, από το οποίο και καθοδηγούνταν.
 

Εδώ η πρώτη ομάδα του ΕΛΑΣ στην Ελλάδα όταν μαζικοποιήθηκε
 και ονομάστηκε Συγκρότημα.
Η συντριπτική πλειοψηφία όσων έγραψαν για την Θεσσαλία επιβεβαιώνουν την σειρά της συγκρότησης των πρώτων ομάδων του ΕΛΑΣ, πως ήταν πρώτη του Κάτω Ολύμπου της περιοχής των Γόννων, δεύτερη του Άνω Ολύμπου της περιοχής της Τσαριτσάνης και η τρίτη, λίγο αργότερα, του Κισσάβου[14]. Την σειρά που συγκροτήθηκαν δεν την αμφισβήτησε, σχεδόν, κανείς. Η ρευστότητα εμφανίστηκε περισσότερο στην ημερομηνία και όχι στην σειρά. Σχετικά κοντινή προσέγγιση έκαναν:
1) Ο Χαράλαμπος Σουβλής (Ασπροποταμίτης), στο βιβλίο του «Ο ΕΛΑΣ της Θεσσαλίας (Μπούλκες – Τασκένδη), σ.33, δίνει για την πρώτη ομάδα ημερομηνία 15 Μάη 1942 και για την δεύτερη 20 Μάη 1942. Συμμετείχε και στην συλλογική ομάδα καταγραφής της περιόδου της Αντίστασης με τον Διονύση Καραντάου και τους Δημήτρη Σαρακατσιάνη – Μακεδόνα και τον Νίκο Ξυνό – Σμόλικα.
2) Δημήτρη Σαρακατσιάνη (Μακεδόνα) και του Νίκου Ξυνού (Σμόλικα). Η, πλέον, αναμφισβήτητη επιβεβαίωση για την σειρά εμφάνισης των ομάδων του ΕΛΑΣ τεκμηριώνεται από την κοινή κατάθεση της καταγραφής από τους δύο πρώτους καπετάνιους των δύο ομάδων του Σε μια συλλογική προσπάθεια καταγραφής της ιστορίας, δημοσίευσαν στο περιοδικό «Εθνική Αντίστασή» Επίσημα Κείμενα, Συλλογή Δεκάτη, Οκτώβρης 1971, στις σελίδες 121 – 128. Στο κείμενο διαβάζουμε πως η ομάδα του Δ. Σαρακατσάνη συγκροτήθηκε στην Καρακόπετρα στις 15 Μάη και του Ν. Ξυνού, 20 Μαΐου 1942, στο Κουκούλη Διάβας.
3)Θόδωρος Καλλίνος (Αμάρμπεης), πλησιάζει περισσότερο αφού μας αναφέρει τις αρχές Μάη σαν ημερομηνία συγκρότησης. Επί πλέον, αποτύπωσε σε χάρτη την ακριβή θέση του τον τόπο της ορκωμοσίας της ομάδας, που ταυτίζεται μ’ αυτόν που μας δίνουν οι προφορικές μαρτυρίες των πρώτων ανταρτών της περιοχής, αλλά και γραπτές.

Η πιο κοντινή ημερομηνία στην πραγματικότητα.

Την πιο κοντινή  προσέγγιση προς την πραγματική ημερομηνία επικαλούμενος τους σχετικούς διαλόγους που είχε με τον Γιώργο Καλδή (Κέδρος)[15] το 1945, καταγράφει ο Παναγιώτης Ζαβλιάκης από τα Αμπελάκια, ορίζοντας ακριβείς ημερομηνία.  «… Την ημέρα εκείνη που συγκροτήθηκε σε σώμα η πρώτη ένοπλη ομάδα του Ε.Λ.Α.Σ, ήταν 2 Μαΐου 1942.». στο βιβλίο του «Το ξεκίνημα της Εθνικής Αντίστασης και ο ένοπλος αγώνας», εκδ. «Όμηρος», 1999, σ.139.
ΑΣΠΡΟΠΟΥΛΙΟΣ ΜΗΤΣΟΣ (ΠΑΠΠΟΥΣ)
Ο Κώστας Χαλκιάς (Βουνίσιος), γραμματέας της Αχτιδικής Επιτροπής του Βουνού[16] που συμπεριλάμβανε τους Γόννους, την Ραψάνη, τ’ Αμπελάκια, την Καρίτσα κ.λ.π., ανέφερε στον Κώστα Γαμβέτα ότι υπήρχαν όλες οι προϋποθέσεις για να ξεκινήσει το αντάρτικο. Βεβαίωνε ακόμα ότι οι οργανώσεις της περιοχής ήταν έτοιμες να πάρουν το όπλο και μπορούσαν να φέρουν σε πέρας χτυπήματα για τη διάλυση της Λεγεώνας.
Μελετήθηκε στις λεπτομέρειες με τον Γαμβέτα, η πρόταση της οργάνωσης, για χτύπημα της Λεγεώνας και κρίθηκε αναγκαία και πραγματοποιήσιμη. Η επιτυχία της θα είχε πολλαπλά θετικά αποτελέσματα για το κίνημα και θα καθόριζε το μέλλον του.
Αποφασίστηκε το ξεκίνημα του ένοπλου αγώνα και δόθηκε εντολή στο Χαλκιά για τον σχηματισμό της πρώτης ένοπλης ομάδας, από ανθρώπους αποφασιστικούς και δραστήριους. Τέτοιοι υπήρχαν στην περιοχή, πανέτοιμοι να την συγκροτήσουν. 
Από τους Γόννους (Δερελί) ήταν οι καταδιωκόμενοι μετά την προδοσία του παράνομου τυπογραφείου Δημήτριος Ασπροπούλιος, παλιός εξόριστος και Βάιος Κορδελάς.
ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΗΣ ΜΗΤΣΟΣ
Στη Μπάκραινα (Γυρτώνη) που ήταν τσιφλίκι του Παπαγεωργίου, βιομηχάνου του Βόλου, έμεναν από το Βαγιατσικό Καστοριάς οι καταδιωκόμενοι κομμουνιστές Δημήτριος Σαρακατσάνης και Γεώργιος Καλδής. Εκεί είχε δημιουργηθεί μια δυνατή οργάνωση που από τις αρχές της δημιουργίας της πρώτης ένοπλης ομάδας είχε αποτελέσει τον κρίκο σύνδεσης της Λάρισας με τα ένοπλα τμήματα του Ολύμπου και οι πληροφορίες και εντολές έφθαναν αυθημερόν στον προορισμό τους.
 Από το Μακρυχώρι Λαρίσης ο Χρυσόστομος Μπουροτζίκας και ο Μάρκος Θανάσης ή Λουκάς, μέλη του Κ.Κ. Ελλάδος, όλοι αποφασιστικοί, δραστήριοι, έτοιμοι να δώσουν τη. Ζωή τους για τη ζωή του λαού και τη λευτεριά του. Αυτοί οι έξι[17] άνθρωποι μετά από συνεννόηση με τον Χαλκιά όρισαν μέρος συνάντησης το Μαντρί Γραμμουστιάνου, στις 2/5/42, στη θέση «Καραμάνι», στα ριζά της Καρακόπετρας της περιοχής Μακρυχωρίου και απετέλεσαν την πρώτη ένοπλη ομάδα του Ε.Λ.Α.Σ. Ανατολικής Θεσσαλίας, αλλά και την πρώτη ένοπλη ομάδα του Ε.Λ.Α.Σ. σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια
Αρχηγός της πρώτης αυτής ένοπλης ομάδας του Ε.Λ.Α.Σ. ανακηρύχτηκε ο Δημήτρης Σαρακατσάνης με το ψευδώνυμο «Μακεδόνας» και υπαρχηγός ο Δημήτριος Ασπροπούλιος με το ψευδώνυμο Παππούς.

Το καθοριστικό και το νεότερο ντοκουμέντο.
 Η ληξιαρχική πράξη θανάτου της πρώτης ένοπλης δράσης, οριοθετεί την ημερομηνία γέννησης του ΕΛΑΣ.

Όπως είπαμε και παραπάνω, δεν υπήρχε τότε ενέργεια σοβαρή, όπως η έναρξη της ένοπλης δράσης ή η επιλογή στόχων, που να μη έχει την έγκριση της καθοδήγησης και να μη είναι απόλυτα πειθαρχημένη και αποτέλεσμα συζήτησής της ομάδας. Πολύ περισσότερο, οι ενέργειες των πρώτων αυτών ανταρτών ήταν πολύ προσεκτικές, αφού βαρύνονταν οι περισσότεροι και με το «στίγμα του δηλωσία». Γι’ αυτό η ημερομηνία της πρώτης ΕΝΟΠΛΗΣ ΠΡΑΞΗΣ αποτελεί σημαντικό και καθοριστικό στοιχείο για την προσέγγιση της ημερομηνίας συγκρότησης της Ομάδας του ΕΛΑΣ.
Πρώτη επιλογή ήταν να δοθεί το χτύπημα σε κάποιον αντιπροσωπευτικό στόχο, που να ταυτίζονταν στη συλλογική συνείδηση ο δοσιλογισμός με τον κατακτητή. Τέτοιοι στόχοι υπήρχαν στην περιοχή Γόννων[18] όπου υπάρχει έντονο βλάχικο στοιχείο και κάποιοι απ’ αυτούς (και όχι μόνο βλάχοι) εντάχθηκαν στη «Λεγεώνα» και δρούσαν ληστρικά σε βάρος του πληθυσμού. Μετά από πιο ώριμες σκέψεις επιλέχτηκε, το πρώτο χτύπημα να δοθεί στο Συκούριο, στο διερμηνέα των Ιταλών Γώγο που με την ομάδα του Σκούπρα και άλλων Λεγεωνάριων λυμαίνονταν την περιοχή ολόκληρη και θα είχε φοβερό αντίκτυπο.
Η προτίμηση αυτή έγινε διότι αν γινόταν στην περιοχή των Γόννων όπου οι δοσίλογοι και οι κατακτητές γνώριζαν ότι οι καταδιωκόμενοι ήταν ο Ασπροπούλιος και Κορδέλας, θα παίρνονταν μέτρα εκδίκησης ενάντια στις οικογένειές τους, κάτι που ξέρουμε πως έγινε στον Αλμυρό με την ομάδα του Τσαρδάκα. Έπρεπε το χτύπημα να δοθεί αλλού, να μην υπάρχουν υπόνοιες και ριχθούν ευθύνες. Έτσι άφησαν το χτύπημα στους Γόννους γι’ αργότερα, όπως και έγινε[19], αφού το πρώτο χτύπημα θάπρεπε να έχει το μικρότερο κόστος και την μεγαλύτερο δυνατό αντίκτυπο και αποτελεσματικότητα. Με την επιλογή τους αυτή θα «σφυγμομετρούσαν» τις αντιδράσεις των κατακτητών και των Λεγεωνάριων και τι μέτρα θα παίρνονταν, γιατί στόχος τους ήταν να μην υπάρξουν αντίποινα. Παράλληλα θα διαπίστωναν και τις αντιδράσεις του λαού, αφού ήθελαν το αρχικό χτύπημα να ενθουσιάσει το λαό και να του δώσει θάρρος, διότι όλοι ήθελαν την παραδειγματική τιμωρία των Λεγεωνάριων.
Ο Χρυσόστομος Μπουροτζίκας γνώριζε το Γώγο από προηγούμενες μεταβάσεις του στο Συκούριο. Έπρεπε όμως να μάθει και τις συνήθειές του και τις κινήσεις του τις βραδινές ώρες, διότι το βράδυ έπρεπε να δοθεί το χτύπημα, για να καλύψει τη φυγή τους το σκοτάδι. Την μέρα ήταν αδύνατο να ξεφύγουν, θα γίνονταν αντιληπτοί από Ιταλούς και Λεγεωνάριους. Γι’ αυτό αποφάσισαν να παρακολουθήσουν οι ίδιοι τις συνήθειές του και τις κινήσεις του, ιδιαίτερα, τα βράδια. Πήγε ο Χρυσόστομος στο Συκούριο και τη δεύτερη μέρα το απόγευμα πήγε μαζί με τον Ασπροπούλιο, έπρεπε και το άλλο μέλος της αποστολής να γνωρίζει προσωπικά τον Γώγο - γιατί αυτοί οι δύο ανέλαβαν την εκτέλεσή του - ώστε αν αποτύγχανε ο ένας να πετύχει τον στόχο ο δεύτερος. Το πρώτο χτύπημα έπρεπε να πετύχει οπωσδήποτε γιατί θα είχε αντίκτυπο φοβερό και στους άλλους..
Τη Δευτέρα 11 Μαΐου το απόγευμα πήγαν στο Συκούριο, είδαν την ταβέρνα που σύχναζε, μπήκαν και αυτοί μέσα και ήπιαν. Την ώρα που έφευγε παρακολούθησαν τον δρόμο που ακολουθούσε για το σπίτι του. Και την επομένη, 12 Μαΐου 1942 ημέρα Τρίτη, αφού νύχτωσε μπήκαν στο χωριό, ο Χρυσόστομος κάτω από την καμπαρτίνα είχε το αυτόματο και ο Ασπροπούλιος ήταν οπλισμένος με ένα πιστόλι. Είδαν τον Γώγο που έμπαινε στην ταβέρνα, παρακολούθησαν από μακριά και μόλις βγήκε τον ακολούθησαν. Σε κάποιο σκοτεινό σημείο ο Χρυσόστομος με μια ριπή τον πέτυχε, πρόλαβε όμως αυτός να δει ποιος τον πυροβόλησε. Απομακρύνθηκαν αμέσως, χωρίς να γίνουν αντιληπτοί. Οι Ιταλοί προσπάθησαν να τον σώσουν αλλά στάθηκε αδύνατο. Κάποια στιγμή προτού ξεψυχήσει συνήλθε και τους είπε ότι τον πυροβόλησε ένας άγνωστος με γκρι καμπαρτίνα.
Οι Ιταλοί καραμπινιέροι έκαναν αμέσως αρκετές συλλήψεις ξένων με καμπαρντίνες γκρι. Όμως παρ’ όλα τα βασανιστήρια δεν μπόρεσαν να μάθουν τίποτε, διότι οι άνθρωποι δεν γνώριζαν τίποτα, ούτε καμιά σχέση είχαν αυτοί με την εκτέλεση. Έτσι όλους όσους είχαν συλλάβει τους άφησαν ελεύθερους.
Η επιτυχία αυτή της πρώτης εκτέλεσης του Λεγεωνάριου αυτού και η αποτυχία της σύλληψης των ανθρώπων που έκαναν αυτήν την εκτέλεση, απογοήτευσε κυριολεκτικά, αλλά και τρομοκράτησε όλους τους Λεγεωνάριους της περιοχής.
Σταμάτησαν τις εμφανίσεις τους στα χωριά που δεν υπήρχαν οι Ιταλοί. Αλλά το μεγαλύτερο όφελος ήταν το θάρρος που λαού της περιοχής και ο ενθουσιασμός από την επιτυχία αυτής της εκτέλεσης. Τη θεώρησαν σαν δική τους εκδίκηση προς τους Λεγεωνάριους, κάτι που όλοι περίμεναν και εύχονταν. Ακόμη κατάλαβαν ότι κάτι καινούργιο ξεκινά με την εκτέλεση αυτή και φάνηκε καθαρά από τη συζήτηση που γινόταν ότι ήταν έργο πατριωτών. Ο πανικός που επικράτησε στους Λεγεωνάριους πήρε τέτοιες διαστάσεις που και οι αντάρτες δεν τον περίμεναν. Νεκρώθηκαν τα πάντα για αρκετές μέρες. Καμιά δράση της Λεγεώνας στην περιοχή Συκουρίου, ο λαός αναθάρρησε αμέσως. Αλλά και οι Ιταλοί πέρα από τις συλλήψεις των πρώτον ημερών καμιά άλλη ενέργεια, ούτε διώξεις άσκησαν γιατί δεν υπήρχαν στοιχεία. Ο αιφνιδιασμός πέτυχε απόλυτα. Επί πλέον, αυτό που φάνηκε καθαρά ήταν ότι οι Ιταλοί ενδιαφέρονταν για την προδοσία και όχι για τον προδότη. Η αδιαφορία αυτή των Ιταλών, απογοήτευσε περισσότερο τους Λεγεωνάριους που είχαν παρασυρθεί και είχαν ακολουθήσει τη Λεγεώνα και άρχισαν ορισμένοι να την εγκαταλείπουν στην περιοχή Συκουρίου.


 Η ληξιαρχική πράξη θανάτου ... που αποτελεί το πιστοποιητικό γέννησης 
της πρώτης παρτιζάνικης ομάδας του ΕΛΑΣ

Μετά από προσωπική έρευνα στα δικαστικά αρχεία «βρέθηκε» η ληξιαρχική πράξη θανάτου του λεγεωνάριου που συντάχθηκε από την Εισαγγελία Πρωτοδικών Λάρισας και καταχωρήθηκε στα πρακτικά των Ληξιαρχικών Πράξεων Θανάτων με αρ. 25/7 Ιούλη 1942,  μετά από δήλωση της Χρυσούλας χήρας Γεωργ. Γώγου … «δι’ ής διατάσσει την σύνταξιν εκπροθέσμοις Ληξιαρχικής πράξεως θανάτου του υπό της ομάδος Αντιστάσεως εκτελεσθέντος Γεωργίου Περ. Γώγου, έξωθι του Δημοτικού Σχολείου Συκουρίου, της κωμοπόλεως Συκουρίου, εδήλωσεν ότι κατά την εν Συκουρίω γενομένην από ομάδος Αντιστάσεως ενέδρα την δωδεκάτην (12) του μηνός Μαΐου ημέραν Τρίτην και ώραν 9μ.μ. του χιλιοστού εννεακοσιοστού τεσσαρακοστού δευτέρου (1942) έτους ο σύζυγός της …».
Μετά κι απ’ αυτό πλέον το ντοκουμέντο – την ληξιαρχική πράξη θανάτου – είναι αναμφισβήτητη η πρωτιά της πρώτης αντάρτικης ομάδας του ΕΛΑΣ. Με δεδομένη λοιπόν την ημερομηνία της εκτέλεσης του Λεγεωνάριου και ξέροντας πως χρειάστηκαν κάποιες μέρες για τον ορισμό στοχοποίησης, σχεδιασμού, επιτόπιας ανίχνευσης και εκτέλεσης της πράξης, φτάνουμε τουλάχιστο στις αρχές Μάη.
Αναμφισβήτητα, το γεγονός της εξόδου των πρώτων ανταρτών στο βουνό, είναι ένας τιμητικός τίτλος. Αυτό βέβαια δεν μειώνει την αξία κάθε αγωνιστή σε όποια φάση χρονική και αν εντάχθηκε στον αντιφασιστικό αγώνα και από οποιοδήποτε μετερίζι. Επίσης η τιμή ανήκει πρώτα σ’ όλους εκείνους που έπεσαν στον άνισο, αλλά δίκαιο αγώνα για την λευτεριά του Λαού, αλλά απαραίτητη είναι η ηθική δικαίωση και η ιστορική αποκατάσταση όλων εκείνων που τους πίκραινε η παραποίηση για να μη πω η διαστρέβλωση και η σιωπή.


[1] Για την ημερομηνία κρατάω μια μικρή επιφύλαξη γιατί μπορεί να είναι και λίγο νωρίτερα.
[2] «Στ’ άρματα! Στ’ άρματα! Χρονικό της Εθνικής Αντίστασης 1940-1945», Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις (Π.Λ.Ε.), 1967, σ. 79.
[3]  Υπάρχει και άλλη εκδοχή του Γιώργου Κουτσομάρκο, πως η πληροφορία δόθηκε από έναν Ιταλό.
[4] Δ.Ι.Σ.  - Αρχηγείο Χωροφυλακής, Τμήμα Ασφαλείας, Γραφείον ΙΙον, Αθήναι τη 21-8-1941 «εντολή των Ιταλικών αρχών κατοχής για διώξεις κομμουνιστών», υπογραφή Σπηλιωτόπουλος Μ Συν/ρχης πεζικού.
[5] Το κανονικό του όνομα ήταν Ασπροπούλιος Δημήτρης, στην βιβλιογραφία τον συναντάμε με το επίθετο Πούλιος.
[6] Μόνο απ’ τους Γόννους υπήρχαν τρεις Ακροναυπλιώτες εξόριστοι. Ο Μήτσος Ασπροπούλιος, που στη συνέχεια έκανε δήλωση και είναι αυτός που συγκρότησε την πρώτη αντάρτικη ομάδα του ΕΛΑΣ στην Ελλάδα. Σκοτώθηκε από τους Γερμανούς στις 20 Μάρτη 1944, σε μπλόκο, μετά από προφανή προδοσία, στη θέση «Μύλος του Πασχάλη» στο Δερελί (Γόννους), μαζί με τον σύντροφό του Τσιτσιλαρά από την Ραψάνη. Ο Παναγιώτης Σταυριανόπουλος που πέθανε από την πείνα όπως και άλλοι 33 Ακροναυπλιώτες που μεταφέρθηκαν στον Άϊ Στράτη το ’41 και ο Γιώργος Γκούθας που εκτελέστηκε στο Κούρνοβο για αντίποινα από τους Ιταλούς, ενώ είχε μεταφερθεί με άλλους Ακροναυπλιώτες στο στρατόπεδο της Λάρισας
[7]  Προσωπική μαγνητοφωνημένη μαρτυρία.
[8]  Οικονομίδης Γιώργος, Βασίλης Κλαδίσιος, Τάσος Κυλινδρής.
[9]  Η συνέντευξη του Δημήτρη (Τάκη) Κορδέλα πάρθηκε το 2010.
[10]  «Εχει καθιερωθεί και πολύ σωστά, κάθε χρόνο από το παράρτημα της ΠΕΑΕΑ Ελασσόνας και της κοι­νότητας Καρυάς Ολύμπου να διοργανώνουν την εκδήλωση στο Μπιχτέσι Ολύμπου εκεί, που οι πρώτοι αντάρτες του ΕΛΑΣ Ολύμπου έδωσαν τον ιερό όρκο του ΕΛΑΣίτη αγωνιστή και ύψωσαν το λάβαρο της Αντίστασης ενάντια στους ξένους κατακτητές και στους ντόπιους συνεργάτες τους. Σ' αυτή όμως την εκδήλωση υπάρχει σοβαρή πα­ράλειψη και νομίζω στο μέλλον τα γεγονότα να αναφέρονται όπως έχουν στην πραγματικότητα. Να μην μνημονεύεται μόνο η μία ομάδα του Ν. Ξυνού της περιοχής Ελασσόνας αλλά και η ομά­δά του Δημήτρη Σαρακατσάνη, που δρούσε στο Νότιο ΌλυμποΠροτείνω στο Κεντρικό Συμβούλιο της ΠΕΑΕΑ να αναδημοσιεύσει το γραπτό Ξυνού, Μακεδόνα, Καραντάου, Σουφλή από το περιοδικό Εθνική Αντίσταση Επίσημα Κείμενα Συλλογή Δεκάτη Οκτώβρης 1971, για να το διαβάσουν οι νέοι».
[11]  Γιώργος Κοτζιούλας, «Όταν ήμουν με τον Άρη, αναμνήσεις και μαρτυρίες», εκδ. Δρόμων, 2015, σ. 31.
[12]  Ο Βάσος Γεωργίου μέλος και στέλεχος του ΚΚΕ εκδόσεις «ΑΥΛΟΣ», Αθήνα, 1979, σ.505 μας λέει πως στις 14 Μάη σύσκεψη στη Λαμία όπου μιλάει ο Άρης και αναλύει την αναγκαιότητα για ένοπλη πάλη. Οι οργανώσεις σ’ αυτό το αχτίφ είχαν υποσχεθεί ότι ήταν έτοιμες να βγάλουν 25-30 αντάρτες. Έφτασε 22 Μάη και ντυμένοι χακί και οπλισμένοι ο Άρης και ο Μαστροκώστας, συναντήθηκαν με μια ομάδα τριών από το Δερελή (Δομοκού). Αυτοί οι πέντε αποτέλεσαν την πρώτη ομάδα του ΕΛΑΣ Ρούμελης (αφήγηση Φ. Μαστροκώστα που ξεκίνησαν δυο τους με το Άρη για την συγκρότηση του ΕΛΑΣ).
[13]  «Ο δρόμος είναι άσωτος …», εκδ. «Οιωνός», 2006,  σ.119).
[14] Δημήτρης Μπαλλής «Ο ΕΛΑΣ στη Θεσσαλία» - Λάζαρος Αρσενίου «Θεσσαλία στην Αντίσταση», εκδ. «έλλα», Γ΄ έκδοση - Γιώργη Ζαρογιάννη (Καβαλλάρη), στο βιβλίο του «Αναμνήσεις από την Εθνική Αντίσταση (ΕΛΑΣ) 1940-1944», εκδ. Αφών Τολίδη, Αθήνα.
[15] Ήταν μέλος της πρώτης αυτής ομάδας. Καταγόταν από το Βογατσικό Καστοριάς και εξελίχτηκε σε καπετάνιο του Αρχηγείου Κισσάβου. Συμμετείχε από την αρχή στον ΔΣΕ. Μετά την πτώση του Γράμμου έμεινε ξεκομμένος στον Κίσσαβο και αυτοκτόνησε προκειμένου να μη πέσει στα χέρια των παρακρατικών και του στρατού, όταν είχε περικυκλωθεί σε περιοχή μεταξύ Σπηλιάς και Καρίτσας, τον Φεβρουάριο του 1950.
[16] Μαρτυρία του Γιώργου Κουτσομάρκου, στο περιοδικό «Ενιαία ΕΑΜική Εθνική Αντίσταση», τ.1ο Νοέμβρη – Δεκέμβρη 1985, Αθήνα, σ.18.
[17] Την πρώτη ομάδα του ΕΛΑΣ την επάνδρωσαν και άλλα άτομα, όπως από τους Γόννους, Μόκκας Βαγγέλης, Κοντογιάννης Βασίλης, Γιώργος Οικονομίδης, Θανάση Μπουροτζίκα, Γιώργο Φαρμάκη από το Μακρυχώρι κ.ά αλλά τα έξι αυτά ονόματα αναφέρονται απ’ όλους σχεδόν τους συγγραφείς-ερευνητές που έγραψαν για την συγκρότησή της.
[18] Μαρτυρία προφορική Γιώργου Οικονομίδη, Δημήτρη Κορδέλα και Γιώργου Χατζή.
[19]  Εκτέλεση λεγεωνάριου Ξανθόπουλου.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ & ΠΗΓΕΣ
·      Περιοδικό «Εθνική Αντίσταση», Επίσημα Κείμενα, Συλλογή Δεκάτη, Οκτώβρης 1971, κοινό κείμενο Νίκου Ξυνού (Σμόλικα), Δημήτρη Σαρακατσάνη (Μακεδόνα), Γκουγκούση Διονύση (Καραντάου), Σουβλής Χαράλαμπος (Ασπροποταμίτης).
·      Περιοδικό «Εθνική Αντίστασή», 35, 1983, Κώστας Κηπουρός.
·      Περιοδικό «Εθνική Αντίστασή», τεύχος 97, 1997, Ζήση Ζιώκα.
·      Περιοδικό «Ενιαία ΕΑΜική Εθνική Αντίσταση», τ.1ο Νοέμβρη – Δεκέμβρη 1985, Αθήνα, μαρτυρία Γιώργου Κουτσομάρκου.
·      Γιώργος Κοτζιούλας, «Όταν ήμουν με τον Άρη», Α΄ έκδ. 1965 και Β΄εκδ. 2015.
·      Διονύσης Χαριτόπουλος, «Άρης ο αρχηγός των ατάκτων».
·      Θόδωρος Παρλαπάνος, Περιοδικό της ΠΕΕΠΠ «Ενημερωτικό Δελτίο», Γενάρης – Φλεβάρης – Μάρτης 2000. Αρ. φύλου 94.
·      Γιώργη Ζαρογιάννη, «Αναμνήσεις από την Εθνική Αντίσταση (ΕΛΑΣ) 1940 – 1944», εκδ. Τολίδη.
·      Αλέξης Σεβαστάκης, «Καπεταν Μπουκουβάλας, το Αντάρτικο  Ιππικό της Θεσσαλίας», εκδ. Γ. Χ. Κανελλόπουλος.
·   «Στ’ άρματα! Στ’ άρματα! Χρονικό της Εθνικής Αντίστασης 1940-1945», Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις (Π.Λ.Ε.), 1967
·      «1940-1945 ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ», έγραψε επιτελείο συντακτών και συνεργατών, αντιστασιακών συγγραφέων, δημοσιογράφων και ερευνητών με την οργάνωση, συντονισμό και διεύθυνση του Βάσω Γεωργίου, εκδόσεις «ΑΥΛΟΣ», Αθήνα, 1979.
·      Γιώργος Χουλιάρας – Περικλής, «Ο δρόμος είναι άσωτος …», εκδ. «Οιωνός», 2006.
·      «Δοκίμιο Ιστορίας» του ΚΚΕ, Α΄ τόμος.
·      Θόδωρος Καλλίνος - Προσωπικό Αρχείο με δημοσιεύσεις και αυτοβιογραφικά υλικά (φωτογραφίες, κείμενα).
·      Δημήτρης Μπαλής, «Ο ΕΛΑΣ στη Θεσσαλία»
·      Λάζαρος Αρσενίου, «Θεσσαλία στην Αντίσταση», εκδ. «έλλα», Γ΄έκδοση,
·      Χαράλαμπος Σουβλής – Ασπροποταμίτης, «Ο ΕΛΑΣ της Θεσσαλίας (Μπούλκες - Τασκένδη).
·     Παναγιώτης Ζαβλιάκης, «Το ξεκίνημα της Εθνικής Αντίστασης και ο ένοπλος αγώνας», εκδ. «Όμηρος», 1999.
·      Μαρτυρία Τάσου Κυλινδρή
·      Μαρτυρία Γιώργου Οικονομίδη
·      Μαρτυρία Γιώργου Χατζή.
·      Μαρτυρία Δημήτρη Κορδέλα
·      Μαρτυρία Βασίλη Κλαδίσιου