Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου 2020

Ο ΒΟΜΒΑΡΔΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΛΑΡΙΣΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΦΑΣΙΣΤΙΚΗ ΙΤΑΛΙΑ

 




Πέρασαν 80 χρόνια και οι πληγές του φασισμού θα θυμίζουν πάντα στην ιστορική μνήμη τις οδυνηρές στιγμές που έζησε η πόλη, γιατί οι σελίδες αυτές γράφτηκαν με αίμα Λαρισινών και όχι μόνο, μικρών και μεγάλων, γυναικών και ανδρών.

ΠΟΤΕ ΠΙΑ ΠΟΛΕΜΟΣ.

Η κραυγή των λαών σαν μαρμαρυγή που λάμπει σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του κόσμου. Οι δολοφόνοι, που στο όνομα της αύξησης των κερδών, προσπαθούν να επεκταθούν σε νέες χώρες και περιοχές, για την εκμετάλλευση του φυσικού πλούτου, της επέκτασης των αγορών και γενικά της ανθρώπινης ύπαρξης.

Πρώτα θύματα πάντα οι αθώοι πολίτες. Χωρίς ηθικές αρχές και κανόνες «διεθνούς δικαίου», λέξεις διαποτισμένες με το βερμπαλισμό του ισχυρού.

Ενώ ο ελληνο-ιταλικός πόλεμος βρίσκονταν στο αποκορύφωμα και διεξάγονταν στα βουνά της Πίνδου, που ήδη έπαιρνε σταδιακά αντιφασιστική νικηφόρα τροπή, αποκρούοντας την ιταλική επίθεση, τα ιταλικά επιτελεία επέλεγαν τρόπους για να καμφθεί το ηθικό του λαού.

Αυτό, γνώριζαν πως πετυχαίνεται με το χτύπημα ευαίσθητων ψυχολογικών στόχων, που δεν είναι στρατιωτικοί, όπως κατοικίες, αγορές, νοσοκομεία, σχολεία, ναούς κ.λ.π. Το βλέπουμε και στους σύγχρονους πολέμους με τις δήθεν «έξυπνες βόμβες» που χτυπούν συχνά τέτοιους στόχους, τάχα από αστοχία, εφευρίσκοντας και όρους,  όπως «παράπλευρες απώλειες» και όλα αυτά προκειμένου να δημιουργήσουν ρήγμα φόβου, τρόμου και αβεβαιότητας.

Αυτό συνέβηκε στις 21 Δεκέμβρη 1940 στη Λάρισα.

«Η κάποια συννεφιά που επικρατούσε την μαύρη εκείνη για τη Λάρισα και τους κατοίκους της ημέρα, επέτρεψε στους θρασύδειλους αεροπόρους του Μουσολίνι, να οδηγήσουν ανενόχλητα τα αεροπλάνα τους πάνω από την πόλη, κατά το μεσημέρι. Δεν είχαν γίνει αντιληπτά από τα παρατηρητήρια της Υπηρεσίας Αεροάμυνας και όταν τελικά έγινε αισθητή η παρουσία τους και άρχισαν να σημαίνουν συναγερμό οι σειρήνες, έπεφταν κιόλας, αν δεν είχαν πέσει οι πρώτες βόμβες και θέριζαν τα γυναικόπαιδα που έτυχε να βρίσκονται στους δρόμους της πόλεως, ή έτρεχαν να πάνε σε κάποιο καταφύγιο για να αποφύγουν τις θλιβερές συνέπειες. Ήταν όμως για όλους αργά, γιατί οι βόμβες έπεφταν αδιάκριτα στην πόλη, σκορπίζοντας, παντού το θάνατο και τραυματίζοντας πολλούς, πάρα πολλούς.

Η πρώτη βόμβα έπεσε στην οδό Τζαβέλλα και σκότωσε τη συμπολίτιδα Αριάδνη Βουτσιλά, που κείνη την ώρα γύριζε από την αγορά, όπου είχε πάει γιατί πλησίαζαν οι άγιες μέρες των Χριστουγέννων. Η δεύτερη βόμβα δεν έπεσε και πολύ μακρυά. Έσκασε στην οδό Σκουφά κοντά στη διασταύρωσή της με την οδό Ταγματάρχου Βελησσαρίου και σκότωσε μια κοπέλλα, την εβραιοπούλα Νίνα Ζακάρ, 21 μόλις χρονών, που πήγαινε στο σπίτι ή το κατάστημα του αρραβωνιαστικού της, τα οποία βρίσκονταν στην οδό Σκουφά, το ένα απέναντι από του άλλου.

Η Τρίτη βόμβα έπεσε στην οδό Παπακυριαζή, κοντά στο σημερινό Ταχυδρομείο,[1] για να αφαιρέσει τη ζωή μιας μάνας της Ελένης Πασσιά και των τριών ανηλίκων κοριτσιών της, που ο σύζυγος και πατέρας τους πολεμούσε στα αλβανικά βουνά.

Στη συνέχεια οι βόμβες άρχισαν να πέφτουν σαν βροχή στην Εθνική Τράπεζα, τη Στρατιωτική Λέσχη, την οδό Δήμητρας, την οδό Ολύμπου κλπ., κλπ. έγινε πραγματικό μακελειό, ο απολογισμός του οποίου ήταν 55 νεκροί και δεκάδες τραυματίες. Από τους τελευταίους οι περισσότεροι έμειναν ανάπηροι για όλη τους τη ζωή.».[2]

Στην αφήγησή του Ο Γιώργος Ζιαζιάς μας δίνει πολλές λεπτομέρειες:

 «Με τα μάτια και προς τον ουρανό και προτού φθάσουμε στο κέντρο της πλα­τείας και ταυτόχρονα με τη λήξη των σειρήνων, είδαμε να ξεπροβάλλει από τα σύννεφα ένα σμήνος τεσσάρων Ιταλικών βομβαρδιστικών και συγχρόνως να σκάζουν γύρω μας βόμβες, τα αέρια των οποίων μας πέταξαν, εμένα μεν στο παρτέρι της πλατείας … χωρίς να μας πάρει ευτυχώς κανένα βλήμα από τις βόμβες, ούτε κανένα μεταλλικό φύλ­λο, που σε σχήμα λεπιών ψαριού, ήταν καλυμμένος ο τρούλος της λέσχης και που με τον βομβαρδισμό του τα φύλλα του, με την εκτίναξή τους, σκότωσαν και τραυμάτισαν τους περισσότερους της πλατείας περιπατητές και περαστικούς.

…Η πλατεία και οι γύρω δρόμοι της έμοιαζαν με πεδίο μάχης. Πτώματα μπρο­στά και πίσω μου, όπου ήταν τα παλιά Δικαστήρια, τούβλα, πέτρες, θραύσματα από τζάμια, εκατοντάδες φύλλα μολύβδου του βομβαρδισθέντος τρούλου του κτιρίου της Στρατιωτικής Λέσχης, που ήταν εκεί όπου και σήμερα, αλλά σε κτίριο νεοκλασικού ρυθμού με τρούλο, δεκάδες τραυματίες που με γοηρές κραυγές ζητούσαν βοήθεια, ουρλιαχτά και κλάματα από το μέρος της Εθνικής Τράπεζας, στο πεζοδρόμιο της οποίας υπήρχαν σκοτωμένοι και τραυματίες και απελπιστι­κές φωνές, «βοήθεια», «ωχ, ωχ μάννα μου» και βουγγητά από τη μεριά της Ιονι­κής τράπεζας (τότε Λαϊκής), έξω από το πεζοδρόμιο της οποίας είχαν τραυματι­στεί λούστροι και λουστράκια, που τότε με τα κασελάκια τους γυάλιζαν παπού­τσια και μέσα σ' αυτή τη κόλαση ν1 ακούς μια μάννα, στη γωνία των οδών Κούμα και Παπαναστασίου, ανασκουμπωμένη και με το «πιστιμάλλι», όπως βγήκε από την κουζίνα της, ν' αναζητεί το γιό της φωνάζοντας συνέχεια «Κώτσιο - Κώτσιο παιδί μ'», χωρίς να νοιάζεται για τίποτε άλλο!...[3]»

Ο τελικός απολογισμός ήταν πολύ βαρύς, έχοντας 61 νεκρούς αμάχους πολίτες και τραυ­ματίζοντας πάνω από 150. Αυτή ήταν και η πρώτη μεγάλη επαφή των Λαρισινών με τον φασισμό που θα τον γνωρίσουν «καλύτερα» τρεις μήνες αργότερα μαζί με τον ναζιστικό «ανώτερο Γερμανικό πολιτισμό»!

Αυτό όμως αντί να τους λυγίσει, θα τους πεισμώσει και σταδιακά θα γεννήσει την γιγάντια Αντιφασιστική Αντιστασιακή δράση των Λαρισινών μέσα από τις γραμμές κυρίως του ΕΑΜ και των οργανώσεών του.



[1] Γωνία Παπακυριαζή και Σκαρλάτου Σούτσου.

[2] «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» της Λάρισας, 21.12.1980.

[3] Ζιαζιάς Γιώργος, ΧΡΟΝΙΚΟ, Λάρισα, 1998, σ.24.

 

Δευτέρα 14 Δεκεμβρίου 2020

ΑΡΙΒΙΣΤΑΣ, ΦΙΛΟΤΟΥΡΚΟΣ ΚΑΙ ΑΝΤΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΣ ΜΠΙΘΙΚΟΥΚΗΣ Ή ΔΑΡΔΑΙΟΣ

Η προτομή του Πολύκαρπου στην πλατεία του Αγ. Αχιλλείου όπως είναι σήμερα.


Μ’ αφορμή τα 200 χρόνια από την επανάσταση του 1821 θα γραφούν πολλά κείμενα, βιβλία με αντίστοιχα θέματα. Ανάμεσά τους θα δημοσιευθούν και διάφορες καρικατούρες

Πέμπτη 26 Νοεμβρίου 2020

Ο ΓΟΡΓΟΠΟΤΑΜΟΣ ΚΑΙ Η ΘΕΣΜΙΚΗ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΕΠΙΒΟΛΗΣ «ΕΘΝΙΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ»

 

Σαν σήμερα έγινε η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου. Η σημερινή μέρα ορίστηκε να «γιορτάζεται θεσμικά» σαν μέρα της Εθνικής Αντίστασης, της «εθνικής ενότητας» και της «καθολικής αντίστασης» που είναι «σύμβολο της ομοψυχίας του Έθνους στον αγώνα κατά του φασισμού και της κατοχής».

Πόσο ψέμα και υποκρισία κρύβουν αυτές οι λέξεις που

Τετάρτη 28 Οκτωβρίου 2020

ΜΕ ΤΟ «ΟΧΙ» ΠΟΥ ΕΠΕΒΑΛΕ Ο ΛΑΟΣ ΜΑΣ ΞΕΚΙΝΑΕΙ Η ΕΠΟΠΟΙΪΑ ΤΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ



ΜΕ ΤΟ «ΟΧΙ» ΠΟΥ ΕΠΕΒΑΛΕ Ο ΛΑΟΣ ΜΑΣ
ΞΕΚΙΝΑΕΙ Η ΕΠΟΠΟΙΪΑ ΤΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ


  Αθήνα, 27 Απριλίου 1941, Ο υποστράτηγος Χρ. Καβράκος παραδίδει την Αθήνα στον εκπρόσωπο των γερμανικών αρχών Κατοχής στο καφενείο "Λουξ" επί της οδού της Κηφισίας 4.
Πολύ μελάνη χύθηκε από χρόνια για να διευκρινιστεί ή να το καρπωθεί κάποιος - που συνήθως αυτός «έγραφε» και την ιστορία - το περίφημο ΟΧΙ στον φασισμό και το ναζισμό.
  Ποιος το βροντοφώναξε;
Οριστικά το ερώτημα το έλυσε η επιστήμη της σύγχρονης ιστορίας που με την διαλεκτική (επιστημονική) μέθοδο[1] ανάλυσης προσεγγίζει «το κοινωνικό πλαίσιο της εποχής», δηλαδή μελετά «την συνολική κίνηση των ανθρώπων». Την ιστορία, λοιπόν, την γράφουν οι Λαοί. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει πως η ιστορική επιστήμη αγνοεί τα κατορθώματα των βασιλιάδων, των στρατηγών, των καπεταναίων, των εξερευνητών κλπ., απλά όμως το άτομο το «αντιλαμβάνεται» σαν γέννημα και  δημιούργημα του κοινωνικού συνόλου της συγκεκριμένης εποχής…  
Με βάση τα παραπάνω το «ΟΧΙ» το απαίτησε και το βροντοφώναξε με στεντόρεια φωνή και τιτάνιες πράξεις ο Λαός μας. Αλλά ας πάρουμε με την σειρά τους «γιαλαντζή» διεκδικητές του «ΟΧΙ» που αποτελούσαν τους κυρίαρχους πυλώνες του συστήματος.
Ο διχτάτορας Μεταξάς.
Στον διχτάτορα απευθύνθηκε, στις 4 το πρωί της 28 του Οκτώβρη 1940, Γκράτσι για να του επιδώσει το τελεσίγραφο. «Δεν κατάλαβε περί τίνος επρόκειτο ―γράφει  Ιταλός πρεσβευτής ο Γκράτσι που κατά τα άλλα γράφει με πολλή συμπάθεια για τον Μεταξά ― άμα τέλειωσε το διάβασμα με κοίταξε κατάματα και με φωνή συγκινημένη, αλλά σταθερή, μου είπε (γαλλικά) «Alors, c' est la guerre» «ώστε έχουμε πόλεμο». Ούτε αγρίεψε, ούτε κράτησε την ψυχραιμία του, ούτε βρήκε δύο λέξεις, από κείνες που μένουν ιστορικές, να πει για λογαριασμό της Ελλάδας … «Του απάντησα πως αυτό δεν ήταν απαραίτητο και ότι η Ιταλική κυβέρνηση έλπιζε πως η Ελληνική θα δεχόταν την αξίωσή της να περάσουν ελεύθερα τα Ιταλικά στρατεύματα που θ’ άρχιζαν τις κινήσεις τους στις 6 το πρωί. Ο Μεταξάς μου είπε τότε πως αυτό ήταν αδύνατο κι αν θα ήθελε να ενδώσει, δεν μπορούσε να βρει μέσα σε τρεις ώρες τον καιρό να πάρει διαταγές απ’ το Βασιλέα και να μεταβιβάσει τις αναγκαίες οδηγίες. Ο Μεταξάς με ρώτησε αν τουλάχιστον μπορούσα να του δείξω ποια ήταν τα στρατηγικά σημεία που ήθελε να καταλάβει η ιταλική κυβέρνηση. Φυσικά υποχρεώθηκα να του απαντήσω ότι δεν είχα καμιά ιδέα. Ο Μεταξάς απάντησε: Βλέπετε ότι είναι αδύνατο (να κάνω τίποτα). Η ευθύνη του πολέμου βαρύνει την ιταλική κυβέρνηση».
Όπως φαίνεται απ’ τη στιχομυθία αυτή, ο Μεταξάς, αν το τελεσίγραφο ήταν κάπως ελαστικό θ’ άρχιζε διαπραγματεύσεις, δηλαδή θα υποχωρούσε, αφού φυσικά πρώτα έκανε τις ανάλογες μεταβολές στο ναυτικό και στο στρατό, γιατί ύστερα από τον τορπιλισμό της «Έλλης» ο Ελληνικός στρατός και λαός είχαν εξαγριωθεί και ο Μεταξάς βρισκόταν σε πολύ δύσκολη θέση. Τον δέχτηκε λοιπόν τον πόλεμο σαν αναγκαίο κακό, περιμένοντας την ηθική υποστήριξη του Χίτλερ, γι’ αυτό όταν ήλθαν οι Άγγλοι στην Ελλάδα ως σύμμαχοι και έφερναν πολεμικό υλικό και βαριά τανκς, άρχισε να δυσφορεί και να διαμαρτύρεται έμμεσα, όπως μου έλεγε τότε ο Γεώργ. Καρτάλης που ως στρατιώτης είχε εμπιστευτική θέση.
Έβαλε μάλιστα και τις αρμόδιες Ελληνικές υπηρεσίες να δηλώνουν στους Εγγλέζους πως τα γεφύρια των ελληνικών δρόμων δεν αντέχουν για να μεταφερθεί στο εσωτερικό το αγγλικό υλικό και υπάρχει κίνδυνος να γίνουν δυστυχήματα και καταστροφές.
Δηλαδή ο Μεταξάς, που στο μεταξύ, όπως έγραψαν ευρωπαϊκές εφημερίδες, μέσω του Τούρκου υπουργού των Εξωτερικών Σαράτσογλου, διαπραγματεύονταν με τον Χίτλερ για να βρεθεί μια διέξοδος στην ιταλοελληνική διαφορά και να σταματήσει ο πόλεμος, δυσφορούσε για τις προετοιμασίες των Εγγλέζων, κι αυτά γιατί δεν ήθελε να βρουν οι φίλοι του Γερμανοί καμία αντίσταση από ξένο στρατό, όταν την Άνοιξη θα κατέβαιναν στην Ελλάδα. Έτσι σκέπτονταν κι αυτά μαγείρευε ο «εθνικός» κυβερνήτης.
 
Εικόνα 1"Ριζοσπάστης" 28/10/1945
Ο Μεταξάς που προτιμούσε την πρόσδεση της χώρας στον άξονα δεν μπορούσε να πει «Ναι». Το είχε άλλωστε παραδεχτεί ο ίδιος[2].
Δύο ημέρες μετά την έναρξη του πολέμου, στις 30 Οκτωβρίου 1940, ο δικτάτορας σε συνέντευξή του στους ιδιοκτήτες και στους αρχισυντάκτες του αθηναϊκού Τύπου εξήγησε ότι δεν είχε άλλη επιλογή γιατί αν δεχόταν το ιταλικό τελεσίγραφο, η Ιταλία και η Βουλγαρία θα έκοβαν τα χέρια της Ελλάδας - καταλαμβάνοντας η πρώτη τουλάχιστον την Ήπειρο και η δεύτερη τουλάχιστον τη Θράκη - η δε Αγγλία θα της έκοβε τα πόδια καταλαμβάνοντας την Κρήτη και τα νησιά και η κυβέρνησή του και καθώς έτσι θα απομονωνόταν πλήρως από τον ελληνικό λαό, δεν θα μπορούσε να σταθεί πλέον στην εξουσία.
Ο δικτάτορας και το καθεστώς του γνώριζαν πολύ καλά πως μόνο τυπικά ταυτιζόταν με τις λαϊκές διαθέσεις, το δικό τους «ΟΧΙ», στο ιταλικό τελεσίγραφο.
«Με ανησυχεί η υπεραισιόδοξος Κοινή Γνώμη», έγραφε ο Μεταξάς στο Ημερολόγιό του μία ημέρα μετά την κήρυξη του πολέμου[3]
Όχι μόνο τον ανησυχούσαν οι διαθέσεις του λαού αλλά και του προκαλούσαν τρόμο. Γι’ αυτό και έκανε ό,τι μπορούσε ώστε να αποφύγει τη λαϊκή αυτοοργάνωση.
Έτσι, ο υφυπουργός Ασφαλείας του καθεστώτος, Κ. Μανιαδάκης, στις 31 Οκτωβρίου του 1940 δημοσίευε διάταγμα στον Τύπο με το οποίο απαγόρευε τη συγκρότηση εθελοντικών αντιστασιακών σωμάτων από τον λαό.
«Επειδή εσημειώθη -έλεγε το διάταγμα- κίνησις διαφόρων εθνικοφρόνων πολιτών προς οργάνωσιν εθελοντικών σωμάτων, ανακοινούται, ότι, κατ’ απόφασιν της κυβερνήσεως, πάσα τοιαύτη κίνησις ή οργάνωσις απαγορεύεται. Αι κατά τόπους αστυνομικαί αρχαί διετάχθησαν να επιβλέπουν εις την εφαρμογήν της παρούσης»[4].
Ο τρόμος του καθεστώτος απέναντι στις λαϊκές διαθέσεις είχε και άλλες διαστάσεις.
Επειδή το καθεστώς της Ιταλίας του Μουσολίνι ήταν φασιστικό, η μεταξική δικτατορία αντιλαμβανόταν που υπήρχε ο κίνδυνος, γι’ αυτήν, της ενίσχυσης του αντιφασιστικού φρονήματος μέσα στον λαό.
 
Τέλος όλοι πλέον γνωρίζουν πως ο δικτάτορας ήταν από παλιά λάτρης του φασισμού, του ναζισμού. Στην Ελλάδα από την εγκαθίδρυση της δικτατορίας, είχε μιμηθεί και εφαρμόσει τα διάφορα «τάγματα εφόδου», την ασφάλεια ο Μανιαδάκης, την οργάνωση της νεολαίας, τις γελοίες εκδηλώσεις-παράτες κλπ. στα πρότυπα του Χίτλερ και του Μουσολίνι. Ακόμα με κάθε ευκαιρία όπως Ολυμπιάδα του Βερολίνου και όχι μόνο «φιλοξένησε και φιλοξενήθηκε» από διάφορα στελέχη ναζίστες και φασίστες.

Ο Γκλίξμπουργκ Γεώργιος Β΄. Ο βασιλιάς υπήρξε ο δεύτερος πυλώνας της αστικής τάξης της Ελλάδας που έκφραζε το τμήμα εκείνο της αστικής τάξης που τα συμφέροντά του συνέπιπταν με κείνα της Βρετανίας.
Ο ίδιος, βέβαια, φέρει ολοκληρωμένη την ευθύνη για την «κατ’ εντολήν του» διορισμό της κυβέρνησης Μεταξά και την εγκαθίδρυση της φασιστικής δικτατορίας της 4ης Αυγούστου στην Ελλάδα.
Μετά την εισβολή των Γερμανικών στρατευμάτων και την αποχώρησή του από την Ελλάδα με τα Βρετανικά στρατεύματα σε ασφαλές και προστατευόμενο περιβάλλον «παραθερίζοντας με τα αργύρια της προδοσίας», η ενέργειά αυτή ήταν ο καθοριστικός αρνητικός καταλύτης της στάσης του για τον Λαό μας.
Την ίδια στιγμή ο ελληνικός λαός γεύτηκε τους καρπούς «της πολιτισμένης Γερμανίας, της ανθρωπιστικής Ιταλίας και της γείτονας Βουλγαρίας» που ήταν οι εκτελέσεις, οι φυλακές, οι βασανισμοί, οι εμπρησμοί, οι βιασμοί και κάθε λογής ουμανιστικές πράξεις του άφησαν ανεξίτηλες τις μνήμες στο διηνεκές.
«Το ΟΧΙ όμως το οποίον ο Ελληνικός Λαός διά στόματος του Μάρτυρος Αειμνήστου Βασιλέως Του Γεωργίου του Β΄, αντέταξεν εις τα οκτώ εκατομμύρια λογχών του Ντούτσε, έχει αίγλην περισσήν». Αυτά έγραφε ο φιλικός τύπος της εποχής προσπαθώντας να κρύψει την ντροπή του συμβιβασμού, της εγκατάλειψης και της συνεργασίας με τους κατακτητές[5]. Συνέχιζε το άρθρο με πολλές «ενδιαφέρουσες αποκαλύψεις κλαίουσας μυξοπαρθένας» γράφοντας πως τους λείπει ο βασιλιάς που πέθανε. «Σήμερον οι Έλληνες πανηγυρίζομεν την εβδόμην επέτειον της αθανάτου εποποιΐας ήτις ήρχισε την 28ην Οκτωβρίου 1940 και δυστυχώς συνεχίζεται. Ο εμπνευστής όμως του ιστορικού Εκείνου «ΟΧΙ» επέπρωτο να μη ευρίσκεται μαζί μας διά να αισθανθή την αυτήν υπερηφάνειαν και τα αυτά ρίγη συγκινήσεως και ενθουσιασμού με τα οποία οι επιζώντες υποδεχόμεθα την ημέραν αυτήν η οποία έχει το αυτό ύψος με την 25ην Μαρτίου».
 Το θράσος τους «να ασελγούν στο πτώμα» ενός λαού που άφησαν μόνο, τολμούν εκ των υστέρων, αφού αυτοί έγραφαν την ιστορία να λένε πως αυτοί είπαν το ΟΧΙ. Όσο και αν το αποφεύγουν δεν μπορούν να μη ομολογήσουν πως «εξαναγκάστηκαν» από τον Λαό μας.

Τα αστικά κόμματα. Οι πολιτικοί καθοδηγητές και οι κοινωνικοί προστάτες του λαού, που είναι οι ηγεσίες των κομμάτων, στην πλειοψηφία τους ακολούθησαν τις διαδρομές των «ταγών» τους. Οι περισσότεροι κοίταξαν να εγκατασταθούν σε ασφαλή μέρη όπως το Κάϊρο, το Λονδίνο κλπ. συνεχίζοντας την καλοπέραση και οι υπόλοιποι που έμεινα στην Ελλάδα συνεργάστηκαν με τον κατακτητή ή επέλεξαν την παθητική στάση που ευνοεί αυτόν που έχει την εξουσία, άρα έμμεσα στήριξαν τον κατακτητή.
Οι δήθεν ουδέτερες επιλογές μέσα από φορείς όπως ο Ε.Ε.Σ., υπουργεία, Νομαρχίες, Δήμους, στελέχωση δημόσιων υπηρεσιών κλπ που εκτελούσαν εντολές των κατακτητών σε βάρος του λαού μας, ήταν μια ‘εκ των πλαγίων» στήριξη των κατοχικών στρατευμάτων.
Χαρακτηριστική στη Λάρισα είναι η στάση αστών πολιτικών που «εντάχθηκαν» στον δωσίλογο δήθεν ουδέτερο κρατικό μηχανισμό και τους φορείς του, υπηρετώντας άμεσα ή έμμεσα τους κατακτητές Ιταλούς και Γερμανούς, πάντα στο όνομα της καλύτερης προστασίας των Λαρισινών. Ο Ματούσης έφτασε στο σημείο να ενταχθή στην ηγετική ομάδα της «Λεγεώνας» 

Ο στρατός και αστυνομία.
Από την πρώτη μέρα του πολέμου η στρατιωτική και η πολιτική ηγεσία δεν πίστευε στη νίκη, γιατί ουσιαστικά δεν την ήθελε … Αυτά προκύπτουν από την περίφημη θαμμένη «έκθεση Καθενιώτη» για το 1940. Πρόκειται για μοναδική στρατιωτική πηγή που αναφέρεται ως προς την ετοιμασία και τη διεξαγωγή του πολέμου και η εργασία αυτή ανατέθηκε σε τρεις αντιστράτηγους, από την πρώτη δωσίλογη κυβέρνηση Τσολάκογλου (1941-1942).
«Δεν βρέθηκε έστω μία (!) διαταγή επιθετικού χαρακτήρα κατά τη διεξαγωγή της πρώτης φάσης του πολέμου. Για να την «καρφιτσώσει», όπως έγραφε ο Καθενιώτης, έτσι για δείγμα. Η ηττοπάθεια των ανωτάτων κλιμακίων είχε φτάσει σε τέτοιο σημείο, ώστε να γίνει έμμονη ιδέα στο Γενικό Επιτελείο (αρχιστράτηγος Αλ. Παπάγος) μια ηρωική αντίσταση. Η ταχεία και ένδοξη κατάρρευση!
Η έκθεση ισοπεδώνει κυριολεκτικά το περίφημο επιτελικό σχέδιο ΙΒ για τον πόλεμο (πήρε τα αρχικά από την αναμενόμενη επίθεση Ιταλίας και Βουλγαρίας) και τις δύο παραλλαγές του (ΙΒα και ΙΒβ), που ακολούθησαν τις παραμονές του πολέμου.
Το γεγονός ότι την 28η Οκτωβρίου 1940 περίπου η μισή ελληνική δύναμη, σε άνδρες και μέσα, βρίσκεται στη Μακεδονία περιμένοντας την επίθεση των Βουλγάρων, δείχνει ότι τα σχέδια για την άμυνα είχαν θέση στο καλάθι των αχρήστων. Ειδικά, όμως, όσα προβλέπονταν, ακόμη κι έτσι για την Ηπειρο, στοιχειοθετούσαν περίπου εθνικό έγκλημα.
Το επιτελείο των Αθηνών τις παραμονές της επίθεσης απευθύνονταν στον μέραρχο Χ. Κατσιμήτρο ως εξής: «Η δύσκολη θέση της Μεραρχίας μας είναι γνωστή. Με την υπάρχουσα αριθμητική υπεροχή του εχθρού, η κυβέρνηση δεν αναμένει νίκες από τη Μεραρχία. Αναμένει, όμως, ότι η Μεραρχία θα περισώσει την τιμήν των όπλων»!
Την ίδια αντίληψη είχε εκφράσει, άλλωστε, ο ίδιος ο Μεταξάς στις 30 Οκτωβρίου, όταν διακήρυσσε ότι «δεν πολεμά διά την νίκην. Πολεμά διά την Δόξαν και την τιμήν»!
Το έπος γράφτηκε παρά τη θέληση του καθεστώτος και σε αντίθεση με τις διαταγές των επιτελών από τα υπόγεια του ξενοδοχείου της Μ. Βρετάνιας. Ήταν η αντιφασιστική αναίρεση κι όχι η επιβεβαίωση του δικτατορικού καθεστώτος...»
 Ένα σημαντικό τμήμα ακολούθησε τα αστικά κόμματα και τον βασιλιά στην Αίγυπτο, μένοντας ουσιαστικά αδρανοποιημένο και όταν μάλιστα ένα μεγάλο τμήμα του ζήτησε να σταλεί στην Ελλάδα να πολεμήσει όχι μόνο δεν αξιοποιήθηκε, αλλά και φυλακίστηκε στα βάθυ της ερήμου.
΄Εγκλειστοι Έλληνες φαντάροι στη Μ. Ανατολή
Ένα άλλο μεγάλο κομμάτι του στρατού και της αστυνομίας συνεργάστηκε ανοιχτά και απροκάλυπτα με τους κατακτητές. Από τους στρατιωτικούς ριψάσπιδες ηγέτες που υπέγραψαν την παράδοση του στρατού μας, στελεχώθηκε άλλωστε και η δωσίλογη, προδοτική κυβέρνηση της κατοχής. Αργότερα την κυβέρνηση συγκρότησαν στελέχη του Λαϊκού Κόμματος με επικεφαλή τον Ιωάννη Ράλλη.
Αρκετοί στρατιωτικοί συμμετείχαν στη συγκρότηση και στελέχωση των «ταγμάτων ασφαλείας» τα οποία βοήθησαν στην αποδέσμευση τμημάτων του στρατού κατοχής που στάλθηκαν στο ανατολικό μέτωπο. Αποτέλεσαν συνεργαζόμενο στρατιωτικό τμήμα του κατοχικού στρατού για τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις λόγου γνώσης του τόπου και της γλώσσας ενάντια στην ΕΑΜική κυρίως ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ, καθώς έμειναν αξέχαστα στον Λαό τα περίφημα «μπλόκα» στις συνοικίες και τα χωριά με τους κουκουλοφόρους δοσίλογους.
Έτσι αυτή η παρουσίαση δείχνει καθαρά πως οι μεταφυσικοί μύθοι για «Εθνική Ενότητα», «Όλοι οι έλληνες», «αθάνατη ελληνική ψυχή» κλπ. δεν έχουν καμιά σχέση με την πραγματική Αντίσταση του Λαού μας. Αυτές οι «συνθηματολογικές ατάκες» περισσότερο ειπώθηκαν και προβλήθηκαν κυρίως στις περιόδους μονοκρατορίας του πιο σκληρού πολιτικού πυρήνα της αστικής τάξης, που έτσι και αλλιώς κράτησε για την Ελλάδα ολόκληρες δεκαετίες.
Το ΟΧΙ όπως φαίνεται και όπως αναπόφευκτα οι ίδιοι οι αρνητικοί συντελεστές της ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ στον φασισμό ομολογούν, ανήκει στον Ελληνικό Λαό που με την πίεσή του ανάγκασε την «πολιτική του ηγεσία» να εκφράσει την αδιαπραγμάτευτη θέλησή του.


Να μην ξεχνάμε, όμως, ότι στην Κατοχή ήταν χιλιάδες και οι Έλληνες που συνεργάστηκαν με τον κατακτητή. Ας θυμηθούμε τον όρκο των διαβόητων Ταγμάτων Ασφαλείας, που πολεμούσαν πλάι στους Γερμανούς ενάντια στους αντάρτες της Αντίστασης φορώντας γερμανικές στολές και που χαρακτηρίστηκαν προδότες απ’ όλες τις πολιτικές δυνάμεις και από τους Άγγλους μετά την απελευθέρωση:«Ορκίζομαι εις τον Θεόν, τον άγιον τούτον όρκον, ότι θα υπακούω απολύτως εις τας διαταγάς του ανωτάτου αρχηγού του γερμανικού στρατού Αδόλφου Χίτλερ. Θα εκτελώ πιστώς απάσας τας ανατεθεισόμενας μου υπηρεσίας και θα υπακούω άνευ όρων εις τας διαταγάς των ανωτέρων μου. Γνωρίζω καλώς ότι δια μίαν αντίρρησιν εναντίον των υποχρεώσεων μου, τας οποίας δια του παρόντος αναλαμβάνω, θέλω τιμωρηθεί παρά των γερμανικών στρατιωτικών νόμων»

Σε αντιδιαστολή, ας θυμηθούμε τον όρκο του αντάρτη του ΕΛΑΣ, της σημαντικότερης δύναμης της Αντίστασης: «Ορκίζομαι ότι θα αγωνιστώ έως την τελευταία σταγόνα του αίματός μου για την πλήρη απελευθέρωση, ακεραιότητα και ανεξαρτησία της πατρίδας. Για την περιφρούρηση των συμφερόντων του ελληνικού λαού και την αποκατάσταση και κατοχύρωση των κυριαρχικών δικαιωμάτων του. Για τον σκοπό αυτό θα υπακούω στις πράξεις και αποφάσεις της ΠΕΕΑ και θα εκτελώ ευσυνείδητα και πειθαρχικά τις εντολές και οδηγίες των ανωτέρων μου και θα αποφεύγω κάθε πράξη που θα με ατιμάζει σαν άτομο και σαν αγωνιστή του ελληνικού λαού».


[1] Πρώτο γνώρισμα της Διαλεκτικής: Στο επίπεδο της κοινωνικής και ιστορικής επιστήμης δεν εξετάζει τα γεγονότα «αποσπασμένα και ανεξάρτητα το ένα από το άλλο, αλλά σαν ένα σύνολο ενιαίο, συνεχόμενο, όπου τα αντικείμενα και τα φαινόμενα είναι συνδεδεμένα οργανικά μεταξύ τους, εξαρτιώνται το ένα από το άλλο και αλληλοκαθορίζονται». (GEORGES POLITZER, GUV BESS &MAURICE CAVEING, ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ, εκδόσεις Αναγνωστίδη, σ. 52)
[2] Ιωάννου Μεταξά: «Ημερολόγιο», εκδόσεις Γκοβόστη, τόμος Δ’, σελ. 522- 524
[3] Ιωάννου Μεταξά, στο ίδιο, σελ. 520
[4] Εφημερίδες 31/10/1940
[5] Ο Ημερήσιος Κήρυξ, 28.10.1947