Εκατόν τριάντα (130) περίπου χρόνια
πέρασαν από τότε που άφησαν τον τόπο τους στην Αλβανία
κάποιοι πρόγονοί μας και
ρίζωσαν στους Γόννους και ‘μείς, οι δυο απόγονοι, γυρίσαμε στην κοιτίδα.
Πολλές οικογένειες ήρθαν και
εγκαταστάθηκαν μετά την ενσωμάτωση της Θεσσαλίας στο Ελλαδικό κράτος. Φεύγοντας
βιαστικά οι μουσουλμάνοι κάτοικοι από την Θεσσαλία για τις «νέες τους
πατρίδες», πουλούσαν όσο-όσο τις περιουσίες τους. Αυτήν την ευκαιρία άρπαξαν
χριστιανοί κάτοικοι, ορθόδοξοι στο θρήσκευμα – κι ας μη βιαστεί κανείς να τους
πει έλληνες - από διάφορες περιοχές της οθωμανοκρατούμενης βαλκανικής περιοχής,
αλλά κυρίως των Ν.Δ. Βαλκανίων αυτό που συμπεριλαμβάνεται σήμερα στην Ελλάδα και το ονομάζουμε Ήπειρο
και Δυτική Μακεδονία, το τμήμα της σημερινής Νότιας Αλβανίας και το Ν.Δ. τμήμα
της σημερινής Π.Γ.Δ.Μ., και αγοράζοντας την περιουσία των αποχωρησάντων
μουσουλμάνων, εγκαταστάθηκαν στους Γόννους και την ευρύτερη περιοχή. Βέβαια
ήρθαν και εγκαταστάθηκαν και από άλλες περιοχές της «παλιάς Ελλάδας», όπως
Μωραΐτες από την Πελοπόννησο κ.λ.π. Αυτά τα 130 χρόνια γνωριμίας με τα «πατρώα»
εδάφη των προγόνων μας «τολμήσαμε» και επισκεφθήκαμε το τριήμερο 1-3 Ιούνη 2018
εμείς οι δύο απόγονοι της οικογένειας Νatsouli (Νατσούλι) (από την πλευρά της
γιαγιάς μου, δηλ. την μητέρα της μητέρας μου) και της οικογένειας Kokoneci (Κοκκινόπουλος) (από την πλευρά του παππού του, δηλ. πατέρα του πατέρα του).
Στο χωριό (Γόννοι) είχαν εγκατασταθεί και άλλες οικογένειες από το ίδιο χωριό [Μπραντβίτσα - Bradvice της
επαρχίας Devolli
με πρωτεύουσα το Bilisht (Βίγλιστα) του Νομού Κοριτσάς], όπως Demiraj (Δημερά), Kirozi (Κυρώζη) και άλλοι από άλλες περιοχές
όπως η οικογένεια Kiritzi (Κυρίτση) κ.λ.π.
Στην
λεπτομερέστερη ιστορία της περιοχής και του χωριού και την συμβολή του στους
ιστορικούς αγώνες θα περιγράψουμε άλλη φορά. Τώρα θα παρουσιάσουμε το
προσκυνηματικό οδοιπορικό στη γη των προγόνων μας.
Στην
επαρχιακή πρωτεύουσα είχαμε πάει πριν από χρόνια, αλλά στον τόπο-χωριό
καταγωγής δεν καταφέραμε να πάμε. Το μέρος είναι ορεινό και έχει εγκαταλειφθεί
από τους κατοίκους του και μόνο στο μεγάλο πανηγύρι που γιορτάζει το ξωκκλήσι
του Αγίου Κωνσταντίνου και Ελένης επισκευάζεται ο δρόμος και γίνεται κάπως
προσβάσημος, όχι βέβαια με κούρσες, αλλά με τζίπ ή αλλιώς με τα ζώα ή τα πόδια.
Αφού
κανονίστηκε και οργανώθηκε καλύτερα αυτή τη φορά, με συγγενείς από την
οικογένεια Kokoneci (Κοκκινόπουλος) που ζουν στην Ελλάδα
και γνωρίζουν τις δυο γλώσσες ξεκινήσαμε με στόχο να φτάσουμε στο χωριό Μπραντβίτσα – Bradvice. Εκεί θα μας
φιλοξενούσε ο μόνος κάτοικος του χωριού που ασχολείται με αγελάδες παραγωγής
κρέατος και μελισσοκομεία, ο Guri (Πέτρος) Kokoneci
(Κοκκινόπουλος).
Όλη η παραμονή έκρυβε ευχάριστες
εκπλήξεις. Ακόμα και εκείνα τα κομμάτια που μας δυσκόλεψαν, όπως το ανέβασμα με
τα πόδια που μεγιστοποίησε τον βαθμό δυσκολίας της ανάβασης γιατί μας πέτυχε
μεγάλη μπόρα (βροχή) που μετέτρεψε τον δρόμο σε βούρκο με το ζύμωμα του
αργιλικού εδάφους από τα τζιπ. Απ’ αυτή την διαπίστωση «καταλάβαμε» γιατί απ’
την Μπραντβίτσα–Bradvice προέρχονταν οι καλύτεροι
αγγειοπλάστες, και κεραμοποιοί.
Το πανηγύρι γίνεται στις 3 Ιούνη (21
Μάη) - γιατί οι ορθόδοξοι στην περιοχή γιορτάζουν με το παλιό ημερολόγιο τον
Άγιο Κωνσταντίνο – και αποτελεί ευκαιρία συνάθροισης των διάσπαρτων σ’ όλο τον
κόσμο κατοίκων του χωριού, αλλά και της περιοχής στη γενέτειρα γη.
Αυτό όμως που πρέπει να τονίσουμε
ιδιαίτερα και με μεγάλη έμφαση, είναι η τεράστια Ανθρώπινη, Ζεστή, Απλόχερη,
Πλουσιοπάροχη ΦΙΛΟΞΕΝΕΙΑ, αυτών των απλών Όμορφων καθημερινών ΑΝΘΡΩΠΩΝ.
Οδοιπορικό
Ξεκινήσαμε
από τη Λάρισα, Παρασκευή 1 Ιούνη 2018, το ταξίδι – προσκυνήματος για την
γενέθλια κοιτίδα κάποιων προγόνων μας.
Ακολουθήσαμε
την διαδρομή Λάρισα – Ελασσόνα – Κοζάνη – Καστοριά. Εκεί υπήρξε η πρώτη στάση
που μας «περίμενε» η πίτα της Ανδριάνας (ξαδέρφης του Θανάση). Αφού πήραμε μια
γερή πρώτη δόση φιλοξενίας (με δυο νοστιμότατες πίτες) συνεννοηθήκαμε για την
συνέχεια. Την επομένη θα μας συνόδευαν για το χωριό στην Αλβανία ο Σερβέτ (σύζυγος της Ανδριάνας)
και η κόρη τους Αρσελίνα. Εμείς αφού τους ευχαριστήσαμε συνεχίσαμε για τα
σύνορα.
Μετά
τις τυπικές διαδικασίες των συνόρων φθάσαμε στην επαρχιακή πρωτεύουσα, που
απείχε λίγα χιλιόμετρα από τα σύνορα το Bilisht (Βίγλιστα).
Εκεί μας περίμενε η Μαηλίντα (κόρη της οικογένειας που θα μας φιλοξενούσε στο
χωριό) με τον Αντώνη που ζούνε στη Θεσ/νίκη και υπήρξαν οι πολύτιμοι
«μεσάζοντες» με τον Σερβέτ και την Αρσελίνα για την επικοινωνία και την
ξενάγηση.
Αφού μείναμε το βράδυ στο σπίτι – ένα
καινούργιο σύγχρονο - που διατηρούν οι γονείς και ο αδελφός της Μαηλίντα, μας
περιποιήθηκε ιδιαίτερα η νύφη της Αγγέλα παρότι χρειάζονταν να φροντίζει και
τον μικρό γιό της Ανέστη.
Την επομένη ξεναγηθήκαμε την πόλη και
την ευρύτερη περιοχή για να γνωρίσουμε καλύτερα την καθημερινότητα και την
κουλτούρα των γειτόνων μας – βέβαια μες στα πλαίσια του χρόνου που διαθέταμε -
που μας ήταν τόσο οικεία από την μια, αλλά και τόσο μακρινά από την άλλη.
Μας ξεδιπλώθηκαν και πολλές απαντήσεις
και συγκρίσεις για την περίοδο της Λαϊκής Δημοκρατίας της Αλβανίας και το
σήμερα, στο επίπεδο των δομικών συστημικών διαφορών, που γεννούν σε πολλούς που
συναντήσαμε και τη νοσταλγία για την σιγουριά και την ασφάλεια του παρελθόντος.
Η αφήγηση γι’ αυτή την επαφή, γνωριμία και τα συμπεράσματα θα ειπωθούν με
λεπτομέρειες σε άλλη ευκαιρία.
Γνωρίσαμε έναν δουλευτάρη λαό, με δίψα
για ζωή και δημιουργία. Έναν λαό περήφανο, φιλόξενο, πεισματάρη για να
προχωρήσει και να πετύχει το καλύτερο.
Το απόγευμα ξεκινήσαμε για τον τελικό
σκοπό που ήταν η προσέγγιση στη Μπραντβίτσα–Bradvice.
Πρώτη στάση το τελευταίο χωριό στους
πρόποδες του όρους Μοράβα, όπου βρίσκεται το χωριό και γνωστό από τον
Ελληνοιταλικό πόλεμο.
Εκεί τελείωνε και ο ασφαλτόδρομος και μπαίναμε σε
καλντερίμι μέχρι το χωριό Grapsh (Γκραψ) το
οποίο δημιουργήθηκε από την μετεγκατάσταση κατά την διάρκεια του εμφυλίου κατοίκων από την περιοχή της Φλώρινας.
Εκεί αφήσαμε τα αυτοκίνητα. Έχοντας
επικοινωνήσει με την Μπραντβίτσα–Bradvice ήρθαν με τα
μουλάρια, ο Ηλίας (γιός του Πέτρου) να πάρει τα πράγματα που φέραμε και όποιον
ήθελε να πάει καβάλα. Πήρε τον γιό του, τον μικρό Ανέστη και ξεκινήσαμε με τα
πόδια για να φτάσουμε σε υψόμετρο 1.350μ. που βρίσκονταν το χωριό.
Ο καιρός
αρχικά ήταν καλός, αλλά σιγά σιγά άρχισαν να μαζεύονται σύννεφα και να γίνεται
απειλητικός.
Η διαδρομή ήταν καταπληκτική με το φυσικό κάλος να σε συναρπάζει,
όμως αυτή η πολυτέλεια παρατήρησης σύντομα χάθηκε γιατί άρχισε μια
καταρρακτώδης βροχή, που σχεδόν κράτησε καθ’ όλη την διάρκεια της πεζοπορίας.
Την κατάσταση του αργιλώδους ανηφορικού
δρόμου την χειροτέρεψε η κίνηση των τζιπ 4Χ4 που ζύμωναν τον δρόμο και τον
μετέτρεψαν σε έναν ολισθηρό, βαρύ και γενικά επικίνδυνο δρόμο. Δεν έλειψαν και
τα μικροατυχήματα.
Ευτυχώς είχαμε προμηθευτεί με νάιλον μεγάλες σακούλες
σκουπιδιών και κάπως φυλαχτήκαμε. Όταν φτάσαμε επί τέλους στο τέρμα ήμασταν
βρεγμένοι μέχρι το κόκκαλο και λασπωμένοι μέχρι την κορυφή …
Αμέσως μας
φρόντισαν να αλλάξουμε ρούχα και παπούτσια, να μας πλύνουν τα λασπωμένα και τα
βρεγμένα και να ζεσταθούμε με ντόπιο τσίπουρο και φωτιά.
Σταδιακά αυτή η μεγάλη περιπέτεια άρχισε
να παίρνει χαρακτήρα αστείας αφήγησης γεγονότων που συνέβηκαν κατά την διαδρομή
και να χαλαρώνει η κατάσταση.
Φυσικά σ’ όλο αυτό το αλαλούμ έγιναν οι
γνωριμίες τα καλωσορίσματα και τα φιλιά, συνοδευόμενα με τα πρώτα κεράσματα …
Από δω και πέρα θα «μιλήσουν» οι
φωτογραφίες
Ξεκινήσαμε για το 'ξωκκλήσι του Αγίου Κωνσταντίνου και στο δρόμο συναντήσαμε προσκυνητές να πηγαίνουν με τα πόδια, τα ζώα, τα αγροτικά ή τα υπερσύγχρονα 4Χ4 τζιπ.
Φτάσαμε στον Άγιο Κωνσταντίνο που γιόρταζε και είχε μαζευτεί κόσμος από κάθε γωνιά της Αλβανίας και όχι μόνο.
Η εκκλησία είναι ανακαινισμένη και δίπλα της κτίζουν έναν χώρο κατακλυμάτων για τους επισκέπτες που έρχονται καθ' όλη την διάρκεια του χρόνου. Η περιοχή, αλλά και το χωριό Μπραντβίτσα υπήρξε ένα από τα πιο σημαντικά παρτιζάνικα καταφύγια του Αλβανικού Απελευθερωτικού Στρατού κατά την διάρκεια της κατοχής. Άλλωστε το χωριό κάηκε τρεις φορές γιατί εκεί βρίσκονταν η διοίκηση, το αντάρτικο νοσοκομείο και στο
Ο ένας από τους δυο ιερείς που λειτούργησαν βοηθάει τους ψάλτες.
Η
παλιά βρύση με το κρυστάλλινο νερό της που για αιώνες δροσίζει τους προσκυνητές
και τους διψασμένους.
Στο σημείο αυτό βγαίνει το "αγίασμα" που η
τακη καταπληκτικο μπορεις συνεχισε γραφεις ομορφα την ιστορια μεσα απο εικονες και διηγησεις δεν ειχα καταλαβει τι εκανες μπραβο
ΑπάντησηΔιαγραφή